Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

Εργασία ολοήμερος και κρότος και «ωδίνες ως τικτούσης»: η μαγική τέχνη της ναυπηγικής στον Παπαδιαμάντη



Ο ρυθμικός και επίμονος ήχος του Καλαφάτη 
Υπάρχει μια περιοχή, ανοιχτά στη θάλασσα στην περιοχή της ακτής του Κουρούπη, διαβάζουμε στο διήγημα "Τα Κρούσματα" του Παπαδιαμάντη, αφού πρώτα αλαφιαστούμε από την γλαφυρότητα της αφήγησης και τον ισχυρισμό του συγγραφέα ότι η περιοχή εκεί είναι στοιχειωμένη, μια και  φαντάσματα και δαίμονες κυλούν τεράστιους λίθους από τον κρημνό σε όποιον ναυτικό κάνει την αποκοτιά να πλησιάσει την μαγική κρύα βρύση κάτω από τη θάλασσα νύχτα, όπου ακούγεται και σε καιρό γαλήνης και σε καιρό τρικυμίας μια “ορχήστρα ήτις έχε πάντοτε «δικό της σκοπό»” . Είναι μια ύφαλος, από όπου, «διά τινος οπής,  εκβλύζει υποβρυχίως το νερόν, είτα αναπηδά και αποτελεί κρότον όμοιον με τον της «ματσόλας»  ή ξύλινης σφύρας του καλαφάτη, - ή του «διανάκτου», όπως λέγουν εις τον Β. Ναύσταθμον, - επί των πλευρών επισκευαζομένου πλοίου. Η ματσόλα, ή η σφύρα αυτή δεν παύει, ημέραν και νύκτα, ακούραστος, ακοίμητος να ακούεται»

Η ύφαλος ονομάστηκε κοινώς Καλαφάτης, μας ενημερώνει ο συγγραφέας, “μετ’ είρωνος ευφημισμού, ως καλαφατίζων τάχα τα πλοία τα οποία θα εξέπιπτον σιμά εις την δικαιοδοσίαν του – οινεί εις το «Καρινάγιο» του.”
Παρακάτω, ο ήχος του Καλαφάτη, ξεχωρίζει ανάμεσα στο ρόχθον των θαλασσών «ως δούπος, ως κτύπος σφύρας», ρυθμικός και επίμονος, «όπως το άσμα του τέττιγγος και το λάλημα των στρουθίων» και ανησυχεί και τρομάζει τον μικρό Φάλκο που κοιμάται ένα βράδυ σε ένα έρημο σπίτι της περιοχής με την μητέρα του, που την ρωτά:
«-  Μητέρα, τι πράμα είν’ αυτό που κάνει τακ τακ τακ, στη θάλασσα, κάτω; Μην ειν’ κανένα στοιχειό;», κι εκείνη τον καθυσηχάζει, ότι είναι ο Καλαφάτης…

Η αφήγηση, εκτός από ότι συνδέει τα κρούσματα - τα στοιχειά δηλαδή  με ήχους, κρότους και επαναφέρει την χαρακτηριστική ιδιότητα του στοιχειωμένου τόπου, του τόπου με τα φαντάσματα να «κροτίζει», να αντηχεί δηλαδή πολλαπλασιάζοντας τους ύποπτους ήχους που μας φοβίζουν, επιβεβαιώνει ακόμα  μια χαρακτηριστική ιδιότητα ενός τεχνίτη των ναυπηγείων, με την οποία είναι μονοσήμαντα αναγνωρίσιμος. Τον ήχο του σφυριού του…
Η μαγική τέχνη της ναυπηγικής και ο κύκλος της ζωής
Η τέχνη της ναυπηγικής και οι άνθρωποί της έχουν ξεχωριστή θέση στο έργο του Παπαδιαμάντη, μια και στο ναυτικό νησάκι της Σκιάθου, πολλοί ήρωές του, καπεταναίοι όντες, ναυπηγούν ωστόσο οι ίδιοι τα πλοία τους. Η σκηνή με τους σκελετούς των δύο πλοίων στο «Ολόγυρα στη Λίμνη» με τας «σκωληκοβρώτους σανίδας των, με τα σκουριασμένα καρφία των» όπου κείνται γερμένα σε μια πλευρά και περνούσε από μέσα τους ελεύθερα η θάλασσα και «εφαίνοντο θλιβερώς μειδιώντα, με οδόντας άνευ χειλέων, ως να ώκτιρον βλέποντα εκ του σύνεγγυς την τόσην μανιώδη μέριμναν και μεταλλευτικότητα των ανθρώπων» με την φρικώδη της μεγαλοπρέπεια και τον σαρκασμό των εγκοσμίων μπροστά στο αναπόδραστο του θανάτου, ακολουθείται ευθύς αμέσως από την αναφορά στην επιθυμία του κυρ Κωνσταντή του παλιού ναυτικού να αποκτήσει ένα πλοίο ως παρηγορία για το γήρας.



Το πλοίο ως τέκνο

Ο κύκλος της ζωής, το στερνοπαίδι για τον παλιό καπετάνιο, που έχασε πλοίο και δυο γιους από μια τρικυμία,  κοντά στον κάβο – Μαλιά, και «τώρα στα γεράματα, με τον τρίτον του υιόν επαιδεύετο να ναυπηγήση άλλο πλοίον μεγαλύτερον, έρημος των κυριοτέρων βοηθών του. Ούτως η ανάγκη του βίου και η συνήθεια δεσπόζουσι των ανθρωπίνων πραγμάτων! Δι’ εκείνον το νέον τούτο πλοίον ίσως να ήτο, αν όχι ικανοποίησις, τουλάχιστον παρηγορία δια το γήρας.»

Το τέκνο ως πλοίο
Η ναυπήγηση πλοίου που ισοδυναμεί με γέννηση παιδιού, πλοίου – παιδιού παρηγοριά για τον γέροντα, συνδέεται αλλού αντίστροφα, με το σκάρωμα παιδιού, όπως σκαρώνουμε πλοίο. Ο Παπαδιαμάντης το αναφέρει ρητά στη "Φόνισσα", εκεί που η Δελχαρώ, η μάνα της Χαδούλας, της Φραγκογιαννούς, ανησυχεί μήπως η κόρη της με τον αρραβωνιαστικό της σκαρώσουν κάποιο πρωιμάδι:
« - Δεν έχω να μου σκαρώσει κανένα πρωιμάδι αυτή η Στριγγλίτσα!» λέει η Δελχαρώ και ο Παπαδιαμάντης συμπληρώνει:
«Βλέπετε, την μεταφοράν του ρήματος την ελάμβανεν από το επάγγελμα της συντεχνίας, («Σκαρώνω καράβι» ισοδυναμεί με το «ναυπηγώ ναυν» ) αλλά πράγματι το έκανε για να μην αναγκαστεί να δώση μεγαλυτέραν προίκαν)»


Εργασία ολοήμερος και κρότος και «ωδίνες ως τικτούσης»

Η εργασία στο ναυπηγείο ως γέννα, επαναλαμβάνεται και επιβεβαιώνεται στα "Ρόδινα Ακρογιάλια", όπου ο Γιάννης της Σοφούλας πηγαίνει στην εργασία του, στο ναυπηγείο, τον αρσανάν. «
Τόσον πρωινός ήδη ο Γιάννης της Σοφούλας! Με τα ρόδα της αυγής τρέχει εις την ισόβιον αγγαρείαν του. Εργασία ολοήμερος εκεί και κρότος, και , «ωδίνες ως τικτούσης». Αλλ’ όσον και αν κοιλοπονούν, όσον και αν καταπονούνται οι άνθρωποι δια να κατασκευάζουν «τείχη Τριτογενεί, η θάλασσα θα καταφάγει μίαν ημέραν όλους τους δρυΐνους  δράκοντας, «δη ωκ λεβάιθανς», όπως λέει ο Μπάιρον. «Εν πνεύματι βιαίω συντρίψεις πλοία Θαρσείς».
Η εργασία, χαρακτηρίζεται και από πόνον – ωδίνες ως τικτούσης – και από κρότον. Πρόκειται για εργασία με ολοήμερο κρότον αλλά και βαθύτατη συμβολική  σημασία, μια και συνδέεται με την γέννηση και επαπειλείται  από το θάνατο.

Κρότοι του ναυπηγείου
Από την μια ο πολύμορφος κρότος, ο φοβερός θόρυβος των εργασιών στο ναυπηγείο, να θυμηθούμε τις περιγραφές στο"Ολόγυρα στη Λίμνη" ,  όπου «οι κτύποι του ραιστήρος έπνιγον τον έρρυθμον τριγμόν του πρίονος, ο κρότος του σκεπάρνου εκάλυπτε τον δούπον της ξυλίνης ματσόλας δι’ ης εκτύπα το στυππείον ο καλαφάτης, και υπέρ πάντας τους άλλους κρότους εδέσποζεν ο βαρύς ροίβδος του πελωρίου ραιστήρος, δι’ ού ανέπηγον τα χονδρά καρφιά και τους ξυλίνους ήλους, τες καβίλιες, εις τας στρογγύλας πλευράς του κολοσσαίου σκάφους»

Μαγική τέχνη και δεισιδαιμονίες
Από την άλλη, ο κίνδυνος,  ο φόβος του θανάτου και οι προλήψεις οι δεισιδαιμονίες που πλέκονται ως παραδομένη γνώση με τα μυστικά της τέχνης του ναυπηγού, να μην πέσει ο ίσκιος του τεχνίτη που καρφώνει τον πάσσαλο στο πλωριό ποδόσταμο, γιατί αυτό σημαίνει θάνατος, να μην ποτέ ακουστεί η βλαστήμια «άει πνίξου» σε ναυπηγείο, να ρίξει την πρώτη σκεπαρνιά γουρλής μάστορης, αν ανακαλυφθεί ότι ο πρωτομάστορας  έχει «φαρμακωμένο σκεπάρνι» είναι κάποιες από τις τελετουργικές δεισιδαιμονίες της παραδοσιακής ναυπήγησης στη Σάμο (1)

Με τον ίδιο τρόπο, με τέτοιες μυθικές τελετουργίες συνδέονται και οι οδηγίες που πρόθυμα δίνει ο βραδύγλωσσος παλιός καπετάνιος και ναυπηγός Δημήτρης Κασσανδριανός στο "Ολόγυρα στη Λίμνη": «Πας όστις ήθελε να ναυπηγήσει είχε πρόχειρο σύμβουλο τον καπετάν Δημήτρη τον Κασσανδριανό». Τους έλεγε λοιπόν ο παλιός καπετάνιος:
«Σα θα κάμετε το σταυρό σας να κόψετε τον κερεστέ  - την ξυλεία δηλαδή για τη ναυπήγηση, που είναι τόσο καλά υπολογισμένη ώστε είναι συγκεκριμένος ο αριθμός και το είδος των ξύλων που κόβονται ώστε να μην περισσεύει τίποτε από το φόρτωμα και αυτό να αποτελεί ένα ολόκληρο πλοίο -   παιδιά, να κοιτάξετε καλά πόσω ημερώ θα είναι το φεγγάρι…Και όντας θα σκαρώσετε, με το καλό, να ξετάζετε πού είναι ο αστέρας. Βάρδα μπένε (φυλαχτείτε καλά) μη σκαρώνετε μουδέ να το ρίξετε στο γιαλό την ημέρα που είναι λιοτρόπι…» Η σημασία του φεγγαριού στη χάση, για καλή ξυλεία έχει επιβεβαιωθεί και από σημερινούς καραβομαραγκούς και ποιος ξέρει με ποια περίεργη αλληλεπίδραση με τους χυμούς των δέντρων και την δύναμη του φεγγαριού να έχει σχέση;  Όσο για τον αστέρα, ο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος στην κριτική έκδοση των Απάντων του Αλ. Παπαδιαμάντη, αναφέρει παραθέτοντας το Ρήγα: «Πιστεύουν οι ναυτικοί πως, τη στιγμή που γίνεται καινούργιο φεγγάρι, γεννιέται κι ένας αστέρας, ο οποίος τις δυο πρώτες μέρες χάνεται, πηγαίνει στα καταχθόνια. Την τρίτη μέρα από τη γέννησή του παρουσιάζεται στην τραμουντάνα[…] εννοείται πως ο αστέρας αυτός είναι φανταστικός και ανύπαρκτος. Την ημέρα που θα σκαρώσουν το πλοίο, πρέπει να προσέξουν να είναι ο αστέρας στην πρύμη του καραβιού»
Και μετά η τελετουργία συνεχίζεται με την Καπετάνισσα ντυμένη με το νυφικό της, να μοιράζει κουφέτα και ρύζι στους παρευρισκόμενους, να σπρώχνουν όλοι το πλοίο να κυλήσει στη θάλασσα, και τον καπετάνιο, να φορά τα κυριακάτικά του, αφού βέβαια έχει βουτήξει και αυτός στη θάλασσα κατά το έθιμο όπως περιγράφεται στο "Ολόγυρα στη Λίμνη". Επιβίωση τελετής Ιερού Γάμου, το δίχως άλλο, όπως εκείνος που ετελείτο κατά την αρχαιότητα στην Αθήνα, με το πλοίο του Διονύσου ακολουθώντας αντίστροφη διαδρομή,  με ρόδες να ανεβαίνει από τη θάλασσα στην ξηρά για να συναντηθεί ο θεός  
και να σμίξει συμβολικά με τη Βασίλλινα…

Ο σαματάς των εργαλείων του ναυπηγού 

Κρότοι, ωδίνες και δεισιδαιμονίες, που επεκτείνονται πολλές φορές και στοιχειώνουν και τους τεχνίτες του αρσανά, για να θυμηθούμε τον Νταντή, τον γαμπρό της Φραγκογιαννούς στη Φόνισσα, που έκαναν κρότο – τι ναυπηγός θα ήταν άλλωστε – τα εργαλεία του,  όταν τα μάζευε για αν πάει στη δουλειά του.

«Εμάζευε τα εργαλεία του, σκεπάρνια, πριόνια, ροκάνια και ητοιμάζετο να υπάγει εις τον ταρσανάν να αρχίσει το μεροκάματον.
- Ακούς τι σαματά κάνει, είπε η γραία. Δεν μπορεί να μαζώξη τα εργαλεία του χωρίς να ακουστή. Όποιος τον ακούη θαρρεί τι γίνεται!»


Η τραγική περίπτωση του Γώγου της Σειραϊνιώς: ναυπηγός βαρήκοος και ζερβοχέρης
Κρότος λοιπόν και ναυπηγός συνδέονται αρχετυπικά και αυτό φαίνεται με τραγικό τρόπο στην περίπτωση του νεαρού Γώγου στο διήγημα «Δύο Κούτσουρα»  που παρά το ότι ήταν και αυτός ναυπηγό, ς ήταν βαρύκοος, αταίριαστος δηλαδή με το επάγγελμα, Σημαδιακός και Αταίριαστος. Βαρύκοος και ζερβοχέρης μάστορας σε ναυπηγείο, ο Γώγος
 της  Σειραϊνιώς ο γιος, πέθανε με φρικώδη τρόπον: «Εναυπηγείτο μια γολέτα εις τον  μικρόν αρσανάν, κάτωθι του νεκροταφείου […] Ναυπηγοί άνδρες εξ ή επτά και ο Γώγος όγδοος, είχον φορτωθεί ένα βουβό -  δηλαδή ακατέργαστο ξύλο -   δια να το μεταφέρουν εκατό βήματα […] Ο Γώγος ήτο βαρύκοος ολίγον, ήτο και ζερβοχέρης. Ενώ  όλοι οι άλλοι είχον   υποβάλει τον δεξιόν ώμον εις το βάρος του αγριοξύλου, αυτός,  από της ετέρας πλευράς έχει υποβάλει τον αριστερόν. Όταν ο όπισθεν,  ο τελευταίος, εφώναξεν «αλέστα»  - δηλαδή γρήγορα – κ’  έρριψαν μεθ’ ορμής το ξύλον κάτω εις το έδαφος, το  βουβό έπεσε επί του λαιμού του νέου και τον κατεπλάκωσεν.»
Η βωβότης του ξύλου έχει αμφίσημη σημασία, για την μοίρα του Γώγου που είναι εκ φύσεως διαφορετικός και δεν μετέχει στον «τρόπο» εργασίας των άλλων, αφού είναι ζερβοχέρης, αλλά ούτε και στον κόσμο των ήχων και των κρότων και των παραγγελμάτων του ναυπηγείου, αφού είναι βαρύκοος…


 (Τα παραθέματα είναι από την κριτική έκδοση των Απάντων του Παπαδιαμάντη) 












1 σχόλιο: