Ήθελα να γράψω δυο λόγια για την ποιητική συλλογή του αγαπημένου φίλου μου Νίκου, @Νίκος Νικολάου - Χατζημιχαήλ τη «Διθαλάσσου»…δυο θάλασσες, μια στενή λωρίδα γης ανάμεσό τους, η «βοός ουρά», η Καρπασία στην Κύπρο…αλλά δυσκολεύομαι αφάνταστα , να μην προκαταλάβω τον αναγνώστη από την δική μου συγκίνηση...
Εξόριστοι όλοι δια παντός από την παιδική μας ηλικία είμαστε…
Και να σκεφτεί κανείς, πως εκεί που ο Σεφέρης, μη θέλοντας να ξανακάνει την κατάβαση στον Άδη – στα Βουρλά της Μικράς Ασίας – επιχείρησε να αναζητήσει τον δικό του Χαμένο Χρόνο με το Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν, εκεί ακριβώς μνημειώνεται με την ποίηση του Νίκου Νικολάου – Χατζημιχαήλ μια αβάσταχτη, ανεξαργύρωτη εξορία: της παιδικής ηλικίας, της προσφυγιάς, της Κατοχής της πατρίδας.
Αυτό γίνεται με μια απαράμιλλη ευαισθησία με μια ποίηση εικόνων, τεκμηρίων, αναμνήσεων, φωτογραφιών, φράσεων – όλα παρατίθενται εξαιρετικά στις σημειώσεις του τέλους – που ακόμα και τις πέτρες τες «ασύντυχες» κάνει να κλάψουν…
Έχω ξαναπαρουσιάσει στο παρελθόν ποιήματα του Νίκου στο facebook και οι φίλοι εδώ τα αγάπησαν πολύ. Πιστεύω πως καταφέρνει να μεταδώσει την συγκίνηση και την νοσταλγία για την χαμένη πατρίδα του με ένα τόσο αυθεντικό, προσωπικό και βαθύ τρόπο, που το αίσθημα αυτό διηθείται και περνά το κέλυφος της αδιαφορίας του μέσου Νεοέλληνα για το Κυπριακό…Που τις ρίζες του έχει όπως είχα γράψει παλαιότερα στο ότι το «κακό», η εισβολή, συνέβη τη Μεταπολίτευση, τότε που εδώ το κοινό αίσθημα ήταν η ευφορία και δεν είχαμε διάθεση να σκοτιστούμε με την τότε δυστυχία των αδελφών μας.
«Μήπως σκοπεύετε την άλλη μου πληγή να ψηλαφίσετε;
αυτήν που υπάρχει μέσα μου κι είναι ακόμα ανοιχτή;»
.....................................
Μια μικρή ανθολόγηση από τη συλλογή:
ΚΑΡΠΑΣΙΑ
Κάθε πρωί
Ακονίζω τη μνήμη μου
Κι ένα μαχαίρι
Ανάμεσα σε θάλασσες που ματώνουν
Σε δυο κομμάτια με χωρίζει.
Τα παιδικά μου χρόνια με συνθλίβουν…
Προσπαθώ να ταιριάξω φωνήεντα
Στα "ξι" και "ζήτα"
Καθώς στον ήλιο διάπλατα
Η μάνα ψιθυρίζοντας
Το σπίτι ανοίγει.
Στην πρωινή καταχνιά
Τριάστρι, ποαλέτρικα και άλλοι αστερισμοί
Δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος
των βλεφάρων μου.
Κυνηγώντας τη σκιά μας ανάμεσα στα καπνόφυτα
Με την πίσσα στα χέρια και στα ρούχα μας
Αποχωρίζουμε τσακ τσακ τα νοτισμένα φύλλα
Κι ενώ το χρυσαφί ρουφάει το πράσινο
Ο ήλιος κατεβαίνει
Κι οι μακριές αυλακιές
Μικραίνουν στο μέτωπο του πατέρα
Μετρώντας τον με κοντάρια.
Μα ένας ρόδακας
Ολοένα γυρίζει μια μπροστά και μια πίσω
Επιστρέφοντας εικόνες του παλιού καιρού
Και δείχνοντας τις άλλες
Που συνθέτουν οι μέρες που θά 'ρθουν.
Ας αρχίσει λοιπόν ο αγώνας
Κι ας μην είναι δια την δόξαν
Ας είναι για τα καπνολούλουδα
Και τις σκορπισμένες ψηφίδες
Της διθαλάσσου πεφιλημένης πατρίδας.
................................
ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΚΑΝΑΚΑΡΙΑ'
Η Εκκλησία της Παναγιάς της Κανακαριάς στη Λυθράγκωμη, Χαρακτικό του Νίκου Νικολάου - Χατζημιχαήλ |
Εμείς τα γνωρίζαμε όλα αυτά από πρώτο χέρι· είπε
Κοιτάζοντας τη ξακουστή, σεπτή τοιχογραφία
Κι έκανε μια κίνηση του κεφαλιού
Δήθεν πως αμφισβήτηση το θέμα δεν χωράει.
Τίποτα δεν γνωρίζετε, είπε ο άλλος μέσα του
Και τον ένιωσε στα μάτια επιτιμητικά να τον κοιτά.
Υπήρξατε ανιστόρητοι και πάντοτε τυφλοί
Ποτέ σας δεν προσέξατε την ανοιχτή πληγή
Που ανέβλυζε και έτρεχε ασταμάτητο το αίμα.
Αυτή, σάς κοίταγε με μάτια πονεμένα
Και σεις νομίζατε πως ο Αγαρινός ήταν αυτός
Που είχε την πληγή· και στα πλυντήρκα τρέχατε
Της ιστορίας τη συνέχεια για να δείτε.
Τώρα, στα μάτια τ΄αδιάφορα με αγωνία σάς κοιτά
Με ύφος αυστηρό πολύ και πάντα πονεμένο
Καρτερώντας· και είναι σαν να σας ρωτά:
Μήπως σκοπεύετε την άλλη μου πληγή να ψηλαφίσετε
Αυτή που υπάρχει μέσα μου κι είναι ακόμα ανοιχτή;
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Μοναστήρι στην Καρπασἰα. Έξω από τον Ναό, υπό την προστασία του προπυλαίου υπάρχει μια εικόνα της Παναγίας, για την οποία η παράδοση λέγει ότι ένας Αγαρηνός ή Σαρακηνός που περνούσε απ’εκεί εξετόξευσε την εικόνα, αλλά το βέλος επέστρεψε και τον τραυμάτισε στο γόνατο. Αυτός έντρομος, πήγε σε μια βρύση εκεί κοντά, τα «πλυντήρκα» [πλυντήρια] για να πλύνει την πληγή και ξεψύχησεν εκεί. Σύμφωνα όμως, με μια άλλη μαρτυρία, αυτή του Δαμασκηνού του οσιοδιακόνου και στουδίτου τον ιστ’ αιώνα, είναι η εικόνα της Παναγίας που αιμορραγούσε.
Να σημειώσουμε ακόμα την ιστορία με τα περίφημα ψηφιδωτά της Παναγιάς Κανακαριάς του 5ου αιώνα μ.Χ. που Τούρκοι αρχαιοκάπηλοι έκλεψαν και εμπορεύτηκαν...
Σε αυτά αναφέρονται οι "σκορπισμένες ψηφίδες" του ποιήματος η ΚΑΡΠΑΣΙΑ και τους αφιερώνει ο Νίκος ιδιαίτερη σημείωση.. Κάπου έχω δικές μου φωτογραφίες, και σκοπεύω να το ξαναπαρουσιάσω
....................................
Τα ποιήματα της συλλογής έχουν μεταφερθεί από το ιστολόγιο του συγγραφέα "Κάρβας άνεμος"
Θεμέλιο ποιητικό ο Ν.Ν. φαίνεται νάχει την οπτική αίσθηση σαν αφορμή, αντάμα με τη νόηση. Διθαλάσσου ή Ακτική; όπως λέγεται η Αττική περι τριγυρισμένη από Διθαλάσου κι' αυτή αλλά συγχρόνως και άστυ. Στη "Παναγιά τη Κανακαριά", ο ποιητής απαντά "Υπήρξατε ανιστόρητοι και πάντοτε τυφλοί" στη γνώση τής auctoritas: "Εμείς τα γνωρίζαμε όλα αυτά από πρώτο χέρι" σαν απόδειξη αν"αμφισβήτητη"
ΑπάντησηΔιαγραφή