Ο άνθρωπος στο παγκάκι σε ένα πάρκο, δεν θυμάμαι
ποιο, στην Αργεντινή σε ένα βιβλίο του Ενρέστο Σάμπατο, ο άνθρωπος και οι σκέψεις
του για το χαμένο παιδί του που έχασε τη ζωή του πιο πριν στο νοσοκομείο. Γιατί
το δικό του το παιδί; Πώς θα είναι η ζωή του από δω και πέρα; Πώς κοιτά τα άλλα
παιδιά που συνεχίζουν; Κάπως έτσι. Είδα ακόμα ένα γλυπτό ο άνθρωπος σε ένα παγκάκι που το
έφτιαξε κάποιος που έχασε το παιδί του, ένα γλυπτό περίγραμμα με τίτλο «κενότητα».
Γιατί ο συντετριμμένος κάθεται σε ένα
παγκάκι; Γιατί είναι έξω από το σπίτι του, περαστικός – ανέστιος για να αναλογιστεί – αλλά και έχει που να
καθίσει. Ένας τόπος στοργής είναι το παγκάκι. Φροντίδα στον περαστικό, στον
διαβάτη.
Στην Αγγλία έχω δει πινακίδες αφιέρωσης στη μνήμη αγαπημένων νεκρών. Ένα στοργικό αποκούμπι για τη θλίψη το
παγκάκι. Ο απελπισμένος στο χέρι του Θεού
·
Μετά το θάνατο υπάρχει θυμός. Νόμιζα πως αυτό
που είχα ζήσει πριν τρεις μήνες ήταν η προσωπική μου περίπτωση. Καλλιεργείς
μετά ένα χωράφι σκάβεις σκάβεις για να ξεχαστείς. Οι σχέσεις με τους γύρω
οξύνονται – οι ενοχές και στην άλλη πλευρά οι ευθύνες. Εδώ και χρόνια δεν μιλώ.
Σε τρεις κινήσεις έχω απασφαλιστεί και μετά
χάνω τον έλεγχο. Από τότε που το κατάλαβα αυτό στη δουλειά, ότι κάποιος μπορούσε
να με φέρει εκτός εαυτού, σταμάτησα να
συγκρούομαι. Αυτό όμως σημαίνει ότι όλη αυτή η ενέργεια στρέφεται προς τα μέσα
και με τρώει (τόσα χρόνια.)
·
Πόνος υπήρχε πάντα, θυμός υπήρχε πάντα, έχει
χυθεί αίμα παλιά για τη γλώσσα, την καθαρεύουσα και τη μαλλιαρή, για τους Βενιζελικούς
και τους Βασιλόφρονες, και στον άλλο εμφύλιο – που τον είπαν συμμοριτοπόλεμο –
και που ακόμα δεν έχουμε από αυτό εξιλεωθεί. Και στην αριστερά με τη διάσπαση.
Ποιος δεν θυμάται την έχθρα των πρώην συντρόφων. Γιατί τώρα μου φαίνεται ότι είναι χειρότερο;
Το διαδίκτυο μεγεθυντικός φακός, το διαδίκτυο αντηχείο, το διαδίκτυο αμόνι
πρόσφορο για κάθε σπινθήρα από το σκοτάδι του καθενός εναντίον των εχθρών. Ο
θυμός και η έχθρα, η φαινομενική ασφάλεια του σπιτιού, η χοντροκοπιά στη χρήση
του νέου μέσου. Οι φινετσάτοι ποιητές ως καραγωγείς. Όπως τότε στο Τόκυο όταν
λειτούργησε γι α πρώτη φορά το Μετρό που οι άνθρωποι παραδοσιακά ευγενείς φέρνονταν με αγένεια γιατί δεν υπήρχαν ακόμα
κανόνες. Λες και δεν είμαστε εμείς οι ίδιοι που βρισκόμαστε εδώ. Είναι λύση το
να φύγει κανείς; Ναι είναι. Μοιάζει σαν αυτοχειρία, σαν νέκρωση αλλά ήδη
προσπαθώ να νεκρώσω ένα κομμάτι μέσα μου για να μην υποφέρω επομένως έτσι θα είναι
καλύτερα. Επί οκτώ χρόνια είχα συνηθίσει
έτσι – έχει αλλάξει ο τρόπος σκέψης μου,
ο τρόπος γραφής μου, σύντομα κείμενα – έχω ένα χώρο να μοιράζομαι τις φωτογραφίες
μου, είδα τόσα πραγματα, έμαθα, γνώρισα ανθρώπους, έκανα φιλίες και σχέσεις.
Τρόπον τινά υπάρχω εκεί ίσως περισσότερο από ότι αλλού. (Κανείς άνθρωπος δεν είναι αυτάρκης μου λείπει
η επικοινωνία)
· Από χτες το βράδυ κοιτάζω το φέησμπουκ χωρίς να αντιδρώ.
Τελείωσα στο μεταξύ το "Λίγη ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας" του Βαγγέλη
Ραπτόπουλου, συνεχίζω την ανάγνωση αλλά θα τη σταματήσω την "Ξεχασμένη φρουρά" του Μένη Κουμανταρέα, άφησα στη μέση το "Θησαυρό του χρόνου", παλεύω με το "Living mountain" της
Ανν Σέφερντ, και κοιτάζω κοιτάζω με κλεφτές ματιές γιατί δεν έκλεισα το προφίλ
μου τι λένε οι άλλοι. Η Χ μιλάει για μενα. Με δίνει, με εκθέτει. Διαστρεβλώνει
αυτά που της έγραψα στο ινμποξ. Ετοιμάζομαι προς στιγμήν να απαντήσω. Μπορώ να
καταρρίψω ένα προς ένα αυτά που λέει. Και λοιπόν; Άλλα θα καταλάβει και πάλι. Αυτό
είναι το συμπέρασμα για την επικοινωνία των ανθρώπων.
·
Διαβάζω το ημερολόγιο για το πενθος του Ρολάντ Μπαρτ . Δεν μπορώ να ταυτιστώ, δεν με
συγκινεί. Μου ανοίγει όμως ένα δρόμο. Και δεν μπορώ τους αφορισμούς. Είμαι
άνθρωπος – για πάντα – των θετικών επιστημών. Έχω δηλαδή την ψευδαίσθηση ότι
πρέπει να μιλώ με αποδείξεις, υποθέσεις και συμπεράσματα.
·
Οι άνθρωποι που γράφουν ποιήματα την ώρα του
πένθους και της καταστροφής. Να μην τους κατακρίνω. Δεν ξέρω αν είναι ο
καλύτερος τρόπος τώρα να ξεχειλίζει το θυμικό και ο λοξός μας τρόπος. Αρκετή η
συγκίνηση ήδη. Αλλά έτσι είμαστε οι
άνθρωποι. Αναζητούμε τη δάφνη στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη απ΄ανέκαθεν.
Απαλύνει μήπως τον πόνο των ανθρώπων;
Ανακουφίζει σίγουρα αυτόν που γράφει. Θα δούμε μετά τι θα μείνει από
αυτά τα ποιήματα. Δεν μπορώ να τα διαβάσω τώρα. Προτιμώ να διαβάσω για τη
μάντρα του κυρίου Φ. ¨Η ποιος ήταν ο κύριος Φ.
· Τι οφείλω στους άγνωστους νεκρούς που βλέπω τα
πρόσωπά τους ως ζώντες να περνούν μπροστά από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Τόσο μάταιος, άθλιος, φρικτός θάνατος. Ήταν αναπότρεπτος; Ο νεκρός σεφ βιντεοσκόπησε το θάνατό του. Πώς
αντέχεται αυτό το ξερίζωμα, αυτή η κρίση, η απανθρωποποίηση με τους ανθρώπους
μέσα στον καπνό ή στην ακτή να περιμένουν απελπισμένοι να τους σώσουν. Οι
αφηγήσεις των συγγενών , των διασωθέντων, οι απονενοημένες πράξεις – του 13
χρονου κοριτσιού και άλλες που δεν θα μάθουμε, οι αγκαλιασμένοι – εικόνες που
περνούν και ξαναπερνούν από μπροστά μας , μια φορά μόνο άνοιξα την τηλεόραση
για τη συνέντευξη τύπου, δεν υπάρχει δημόσιος διάλογος υπάρχει ο μονόλογος του
καθενός που ο καθείς τον ερμηνεύει για απαντά. Με θυμό, με τρυφερότητα ή τον
εγκαλεί.
Οφείλω να νιώσω αυτόν τον πόνο μαζί με τους συγγενείς τους, νιώθω την έλλειψη
την απουσία , είμαι πολύ κοντά σε πένθος αλλά δεν είναι το ίδιο. Εδώ ο θυμός
για τον καθένα πολλαπλασιάζεται η απόδοση
των ευθυνών. Να τιμωρηθούν οι ένοχοι – να δείξουμε με αποτροπιασμό τους ενόχους.
Να λυντσάρουμε τους ενόχους. Να δολοφονήσουμε χαρακτήρες. Ο ευτελισμός του πένθους.
Τι οφείλω στους άγνωστους νεκρούς, στην κοπέλα των 42 χρονών που υπέκυψε σήμερα, στην άγνωστη γιαγιά, στο βρέφος των έξι μηνών. Να δείξω σεβασμό στον παράλογο θάνατό τους. Να μην τον ευτελίσω. Να τους αποχαιρετίσω σαν συμπολίτες μου, σαρξ εκ της σαρκός μου. Την μνήμη τους που δυστυχώς καθορίζεται από τον τρόπο του ομαδικού θανάτου. Οι εκατόμβες πόσο ατιμωτικές είναι για τους ανθρώπους! Στα αεροπλάνα, στα ναυάγια, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στις εκτελέσεις… πώς πρέπει να ανασυσταθεί η μοναδικότητα του καθενός - αυτό θαρρώ πως γίνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Να ένα καλό, ένας ένας περνουν. Τα δίδυμα κοριτσάκια. Ο κόσμος νομίζω τους θρηνεί έναν έναν.
·
Να μην τελειώσει το πένθος. Να μην είναι ντροπή
η χαρά. Χτες φωτογράφησα το ματωμένο φεγγάρι. Περπατούσα το βράδυ και προσευχόμουν
με αγαλλίαση που μπόρεσα να δω αυτό το
φως στην άκρη . Κλαίγοντας από χαρά μα εκείνοι δεν θα το ξαναδούν.
Έτσι είναι όμως η ζωή. Έχει ένα τέλος, και ο άνθρωπος διαμαρτύρεται όταν βλέπει ΄πως κάποτε το τέλος εξαρτάται από μια κλωστή. Λίγο σεβασμός και στοργή στο διάστημα ανάμεσα, ας μας κάνουν λίγο καλύτερους αυτοί οι θανατοι. Θα προσπαθήσω να κάνουν εμένα.
Έτσι είναι όμως η ζωή. Έχει ένα τέλος, και ο άνθρωπος διαμαρτύρεται όταν βλέπει ΄πως κάποτε το τέλος εξαρτάται από μια κλωστή. Λίγο σεβασμός και στοργή στο διάστημα ανάμεσα, ας μας κάνουν λίγο καλύτερους αυτοί οι θανατοι. Θα προσπαθήσω να κάνουν εμένα.
Εικόνα, Anselm Kieffer, Order of the night
Brava!!! τίποτ'άλλο, brava-
ΑπάντησηΔιαγραφήεξαιρετικό, brava!
ΑπάντησηΔιαγραφή