Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2008

Η «ακένωτος μνήμη» του Αγίου Νικοδήμου




Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο Νάξιος, διέθετε μια αξιοθαύμαστη, «απέραντη» μνήμη. Έχουν περάσει πάνω από 250 χρόνια από τη γέννησή του (1749 στη Νάξο) και εκτός από τον ιδιαίτερο κύκλο των πιστών, που τον τίμησαν μάλιστα με ένα επιστημονικό συνέδριο πριν από οκτώ χρόνια, ο Άγιος Νικόδημος δεν είναι ευρύτερα γνωστός. Ανήκε στο κίνημα των Κολλυβάδων, των εξορίστων Αγιορειτών που διασκορπίστηκαν το 1754 στα νησιά του Αιγαίου και που διεκήρυσσαν την Ορθόδοξο ακρίβεια και την αντίσταση στο δυτικό «τρόπο» και την εκκοσμίκευση της εκκλησίας. Οι Κολλυβάδες απέκτησαν αυτή την υποτιμητική ονομασία, λόγω της εμμονής τους στην τέλεση των μνημοσύνων - κόλλυβα - την Κυριακή. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ανήκε σε αυτό το κίνημα, όπως φυσικά και ο άλλος Άγιος των Γραμμάτων μας, ο εξάδελφός του ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης. Αυτός μάλιστα, αναφέρει ένα επεισόδιο με τον Άγιο Νικόδημο (Με του Βορηά τα κύματα): Το Μεγάλο Σάββατο, κατά τη διάρκεια του εκκλησιασμού στην εκκλησία του Πρωτάτου, τον παρεκάλεσαν να εκτελέση χρέη αναγνώστου. Είχαν όμως σκόπιμα κρύψει το βιβλίο του Τριωδίου, και ήταν η ώρα της αναγνώσεως των Προφητειών. Ο υπεύθυνος Τυπικάρης, για να δοκιμαστεί η περίφημη μνήμη του μοναχού Νικοδήμου, του ζήτησε να καλύψει το κενό. Ανυποψίαστος εκείνος, άρχισε να απαγγέλλει τη μια μετά την άλλη τις προφητείες που έπρεπε να αναγνωσθούν, οι οποίες μάλιστα ήταν μεγάλες σε έκταση και πολλές τον αριθμό. Αυτό έγινε από στήθους, χωρίς τη βοήθεια φυσικά του βιβλίου, χωρίς δυσκολία ή διακοπή, για μια ολόκληρη ώρα.
Ο μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος, ο οποίος αναφέρει το επεισόδιο και φυσικά και το θαυμασμό των Αγιορειτών που τον άκουγαν να απαγγέλλει από στήθους επί μία ώρα, δεν παύει να υπενθυμίζει στους πιστούς αναγνώστες του δικτυακού τόπου της Ι.Μ. Πατρών ότι «συνιστάται βεβαίως, ως ασφαλέστερον, το από διφθέρας ψάλλειν και αναγιγνώσκειν τα ιερά κείμενα». Η εκφώνηση μάλιστα πρόσφατα, κατά την εξόδιο ακολουθία του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου, του επικηδείου λόγου του Πατριάρχη «από διφθέρας» υπενθυμίζει την προσήλωση της εκκλησίας στην εγκυρότητα του γραπτού λόγου σε σχέση με τον προφορικό αυτοσχεδιασμό.
Ο γραπτός λόγος, ούτε καν σαν «υπόμνηση» δεν χρειάστηκε στον Άγιο Νικόδημο, όταν συνέταξε το «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον – περί φυλακής των πέντε αισθήσεων» ενώ ευρίσκετο σε ένα ερημονήσι, τη Σκυροπούλα. Δεν είχε φυσικά μαζί του κανένα βοήθημα αλλά ούτε καν μελάνι και χαρτί. Επομένως το συνέθεσε από μνήμης και μετά το κατέγραψε, μόλις τα τεχνικά μέσα της γραφής τέθηκαν στη διάθεσή του.

«Ακένωτος» – δηλαδή που δεν μπορεί να κενωθεί, να αδειάσει, ανεξάντλητη απέραντη, ονομάζεται η μνήμη του Αγίου Νικοδήμου από αυτούς που τον τιμούν και τον θαυμάζουν. Η μνήμη του είναι θεϊκό χάρισμα, και τα βιβλία του «δεν μπορούν φυσικά να ονομαστούν θεόπνευστα, αφού θεόπνευστη είναι μόνον η Αγία Γραφή.»
Η μνήμη του έχει θησαυρίσει από τη μαθητεία στη μελέτη των Γραφών και τη Βασιλεία των ουρανών και μπορεί να παράγει «καινά και παλαιά», μπορεί δηλαδή και να αναπαράγει τον θεόπνευστο λόγο αλλά και να παράγει και κάτι καινούργιο από το θησαύρισμα της καρδιάς του. Και η παραγωγή λέγεται κένωσις – άδειασμα του θησαυρού, ο οποίος όμως είναι ανεξάντλητος.
Στις εικόνες ο Άγιος Νικόδημος, παρουσιάζεται σοβαρός κρατώντας στα χέρια ένα ανοιχτό βιβλίο και την πένα με το φτερό της γραφής. Απεικονίζεται δηλαδή συγγράφων, όχι αναγιγνώσκων. Όπως και ο μοναχός Χαιρήμων στα Δαιμόνια στο Ρέμα του Παπαδιαμάντη, είναι «σεβάσμιος, με λευκήν γενειάδα, και με μακρόν ράσον. Το πρόσωπόν του είχεν ακμήν και άνθος νεανικόν, αν και ήτο ωχρόν μάλλον, και είχεν κάλλος το οποίον μόνον αι εικόνες έχουν»

Πώς όμως αντιλαμβάνεται ο ίδιος αυτήν του την ιδιότητα, την ιδιότητα της μνήμης;


Στην εισαγωγή του Συμβουλευτικού Εγχειριδίου, δημοσιεύονται τέσσερεις επιστολές ανάμεσα σε εκείνον και τον Επίσκοπο Ευρίπου Ιερόθεο, κατ’ εντολήν του οποίου άλλωστε συνεγράφη το Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον. Εκεί ο Νικόδημος, γράφει(1):

«…ακριβώς όπως πράττουν τα αναμυρηκάζοντα ζώα, ούτω και εγώ, αναπολήσας πάντα τα εν εμοί, και συστραφείς προς τον εαυτόν μου όσον μοι ήτο δυνατόν, και πάντα όσα δια της αναγνώσεως έχουσιν εντυπωθεί εις το «άγραφον αβάκιον της φαντασίας» μου, δια να μεταχειρισθώ την φράσιν του Αριστοτέλους, και κατά τον Πρόκλον εις τους ιερούς σηκούς του νοός μου ή προτιμώτερον κατά την έκφρασιν του Δαυίδ, «άπερ εν τη καρδία μου έκρυψα θεία λόγια, όπως αν μη αμάρτω» (Ψ.118,11). Ταύτα λοιπόν, λέγω, ανακυκλήσας και μνημονεύσας σύμφωνα με την των Πλατωνικών καλουμένην αναζωγράφησιν, ενεχάραξα εις το ρυπώδες τούτο Συμβουλευτικόν, ως θα έλεγες Σύ, Υπομνηστικόν δε κατά την ειδικήν μου γνώμην, το οποίον και αποστέλλω προς την φερώνυμον Ιερόθεον ψυχήν…»

Κατά τη λογοτεχνική πιστεύω προσπάθεια του μοναχού Νικοδήμου να αποδώσει ακριβέστερα το πώς λειτουργεί η μνήμη του, χρησιμοποιεί και μετά εγκαταλείπει αρκετές από τις γνωστές μεταφορές για τη μνήμη.
Από τη θεωρία της εντύπωσης του Αριστοτέλη και το «άγραφον αβάκιον της φαντασίας», στη μέθοδο των τόπων, στα παλάτια δηλαδή της μνήμης που αποδίδεται στον Κικέρωνα και που αργότερα χρησιμοποίησαν ο Τζιορντάνο Μπρούνο και ο Ιησουίτης Ματέο Ρίτσι. Από ότι φαίνεται κάτι παρόμοιο χρησιμοποιούσε και Πρόκλος με τους «ιερούς σηκούς του Νοός». Αυτό που τον εκφράζει περισσότερο όμως, «προτιμώτερον», είναι η αποθησαύριση - χωρίς εγχάραξη - στην καρδιά. Η γραφή είναι, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, θάνατος. Τα θεία λόγια επομένως, ή θα εγχαραχθούν και θα πεθάνουν προσωρινά «το νεκρό λουλούδι της ομιλίας που κάποτε ήταν ζωντανό είναι το ψυχικό ισοδύναμο της ομιλίας που έγινε κείμενο» όπως γράφει ο ρήτορας Walter Ong (2), ή αναπαράγοντας πάλι την Πλατωνική άποψη ότι «η σκέψη κατοικεί στην ομιλία και όχι στα κείμενα» δεν θα χρησιμοποιήσει ο ίδιος κείμενα για υπόμνηση και αυτό που θα θησαυρίσει είναι λόγια και όχι χαραγμένα σύμβολα: «Τα θεία λόγια εν τη καρδία μου έκρυψα».

Αυτά τα λόγια θα ανακαλέσει, θα συνθέσει χωρίς χαρτί και μελάνι και στο τέλος θα τα εγχαράξει για το Συμβουλευτικό εγχειρίδιο για να μπορεί να τα χρησιμοποιεί ο Ιερόθεος και χωρίς ο ίδιος να είναι παρών.

(1)Από τη μετάφραση του Συμβουλευτικού Εγχειριδίου «υπό Αντωνίου Χαλά, εν Κωνσταντινουπόλει, 1927, τύποις Ν.Γ.Κεφαλίδου»
(2) Walter Ong, Προφορικότητα και εγγραμματοσύνη, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 1997

Δεν υπάρχουν σχόλια: