Σάββατο 31 Μαΐου 2008

“Το χέρι στο βυθό” της Κίρας Σίνου ως άλλη μαρτυρία της εξορίας του Ναθαναήλ Δομενεγίνη στα Αντικύθηρα το 1851




Ο Μπόρχες έλεγε με απόλυτη βεβαιότητα, ότι θεωρούσε τον εαυτό του τυχερό γιατί όταν ήταν παιδί “ δεν υπήρχε παιδική λογοτεχνία” . Ως αναγνώστης λοιπόν, κατά την παιδική του ηλικία, διάβαζε έργα κλασσικής λογοτεχνίας που απευθύνονταν σε όλους. Έτσι, λέει διάβασε ως παιδί τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες στο πρωτότυπο...
Τι να σημαίνει όμως η ανάγνωση ενός βιβλίου όπως ο Δον Κιχώτης για ένα παιδί; Είναι ένα βιβλίο που δεν γράφτηκε για παιδιά αλλά μπορούμε να καταλάβουμε ότι ένα παιδί που το διάβασε, ίσως γοητεύτηκε από το ρομαντικό όραμα και τα ιδανικά του Ιδαλγού Ιππότη της Μάντσας και από τα κατορθώματά του...
Αναρρωτιέμαι όμως, αν ο Μπόρχες λέει την αλήθεια και δεν υπερβάλλει για δικούς του λόγους, αν οι συγκρίσεις του έργου του Θερβάντες που έκανε με αυτό του Κόνραντ και του Χένρυ Τζέημς βασίζονται σε εκείνη την ανάγνωση, ή σε μεταγενέστερη για να μην πω την κοινοτοπία ότι ο Δον Κιχώτης που διάβασε ως ενήλικας δεν ήταν ο ίδιος με εκείνον που είχε διαβάσει ως παιδί...
Ξεφυλλίζοντας βεβαίως τον Δον Κιχώτη μου σε μετάφραση Κ. Καρθαίου, μπορώ να πιστέψω ότι πράγματι ο Τομ Σώγερ τον είχε διαβάσει - γιατί όχι και ο μικρός Χόρχε -  όταν απευθυνόταν στο φίλο του το Χωκ Φιν στο ομώνυμο βιβλίο του Μαρκ Τουαίν και ισχυριζόταν ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι  η ανάγνωση από ένα παιδί του Δον Κιχώτη παρέχει ολόκληρο το πλαίσιο του να μπορέσεις να απολαύσει  με τη φαντασία στο έπακρο το παιχνίδι του. Το να μην έχεις διαβάσει το Δον Κιχώτη είναι αυτό που σου στερεί τη μαγεία και δεν μπορείς να δεις το καραβάνι με τους Άραβες και τους θησαυρούς τους την ώρα που τους στήνεις ενέδρα. Στη θέση του εξωτικού καραβανιού  που βλέπει ο Τομ Σώγερ, ο Χωκ Φιν βλέπει δυστυχώς παιδιά του κατηχητικού που πάνε εκδρομή.
Από τη δεκαετία του 70 και μετά, στην Ελλάδα άρχισε να δημιουργείται μια παράδοση παιδικής λογοτεχνίας. Με χωρίζει μια δεκαετία από τη γενιά των αναγνωστών που μεγάλωσαν διαβάζοντας αυτά τα βιβλία. Τα συνάντησα “στο μεσοστράτι της ζωής” και ένιωσα για αυτά την δυσπιστία και την επιφύλαξη που αισθάνονται δύο άρρωστοι που τους υποχρεώνουν να συνυπάρξουν στο ίδιο νοσοκομείο. Στο τέλος βέβαια συνειδητοποιούν τελικά ότι έχουν κοινούς γνωστούς και ετσι αρχίζουν σιγά – σιγά να ανέχονται ο ένας τον άλλο ίσως και να συμπαθιούνται, στο τέλος, ανταλλάσσουν τηλέφωνα και κάνουν σχέδια για μελλοντικές συναντήσεις...Κάποτε μάλιστα η σχέση τους γίνεται σχέση πάθους.
Στις σελίδες των βιβλίων αυτών συνάντησα τους αγαπημένους μου Χωκ Φιν, τον πλοίαρχο Νέμο, τη Τζο Μαρτς και τις αδελφές της (Τις Μικρές Κυρίες τις είχα διαβάσει σε περίληψη στις Χρυσές Σελίδες, και είχα τόσο συγκλονιστεί από το μωρό που ''πέθανε από οστρακιά” στα χέρια της Μελ, που δεν ήθελα να διαβάσω το πρωτότυπο).

Τα παιδιά αποτελούν ένα σημαντικό μερίδιο του αναγνωστικού κοινού. Επομένως, σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς, η εκδοτική βιομηχανία έχει στρέψει και κατά εκεί το στόχαστρό της. Υπάρχουν ήδη τα παιδικά best sellers, βιβλία που προπωλούνται πριν κυκλοφορήσουν.

Σε αυτό τον πολιτισμό της πλοκής και της ταχύτητας, κάποιοι συγγραφείς προσπαθούν να παραμείνουν αισθαντικοί ρισκάροντας να μείνουν στο ράφι. Κάποιοι άλλοι, πέτυχαν γιατί άντλησαν με δεξιοτεχνία από ένα θησαυρό βιωμάτων. Κάποιοι δεν μπορούν να ξεφύγουν από το διδακτισμό γιατί θεωρούν ότι πρέπει να εκμεταλλευτούν αυτή την ευκαιρία μια και απευθύνονται σε παιδιά.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, φαντάζομαι ότι και τα παιδιά – όπως το παιδί που κρύβω μέσα μου - για να δανειστώ την έκφραση του Saint Exupery – θα δυσανασχετούν όταν τα διαβάζουν και μια και ίσως δεν έχουν διαβάσει αρκετά, ώστε να καταλάβουν ότι δεν είναι έτσι όλα τα βιβλία – γυρίζουν την πλάτη στην ανάγνωση ή διαβάζουν για να ευχαριστήσουν τους γονείς τους. Δεν θέλω να πω φυσικά το ότι το να μαθαίνεις πρέπει να είναι κοπιαστικό και δυσάρεστο αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα.

Κάποιες φορές έχεις την εντύπωση ότι ένα βιβλίο έχει γραφτεί με κρυμμένες διδακτικές προθέσεις.


Χωρίς να ολισθήσει στην αφηγηματική εκλαϊκευση το βιβλίο των Κίρας Σίνου και Ελένης Χουκ – Αποστολοπούλου “Το χέρι στο βυθό” ανιστορεί ωστόσο για τους μικρούς αναγνώστες την υπόθεση της ανέλκυσης των αρχαιοτήτων από το ναυάγιο των Αντικυθήρων στις αρχές του αιώνα, από τους Συμιακούς δύτες, με τη βοήθεια του πολεμικού ναυτικού, φυσικά με επικεφαλής τον Παν. Καββαδία, που διηυθυνε τις έρευνες και στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου. Η συνεργασία μιας συγγραφέως παιδικής λογοτεχνί ας και μιας ειδικής στην ενάλια αρχαιολογία, που εικονιζεται μάλιστα στο εσώφυλλο με το σκάφανδρο ως Ιντιάνα Τζόουνς, δίνει ένα αποτέλεσμα πρωτότυπο και συναρπαστικό.



Οχι πως η Κίρα Σίνου δεν πειραματίστηκε κατά καιρούς στα όρια της επιστημονικής φαντασίας ή της κρυπτοζωοολογίας αλλά η συμβολή της ειδικού σε απολύτως ρεαλιστικές περιγραφές του βυθού δίνει στο κείμενο μια διαφορετική φαντασμαγορία. Τώρα μάλιστα που έγιναν και όλες αυτές οι ανακοινώσεις για το μηχανισμό των Αντικυθήρων και την αποκρυπτογράφησή του, η ανάγνωση αυτού του βιβλίου αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί φωτίζει τη εποχή της ανακάλυψης του και πληροφορεί τον αναγνώστη – στο βιβλίο παρατιθενται σχεδιαγράμματα του μηχανισμού και το άρθρο του “ σας ασπάζομαι Φαίδων” - για το απορημένο βλέμμα των ανθρώπων της εποχής μπροστά σε ένα τέτοιο γεγονός. Παρά τη σπουδαιότητα αυτού του μηχανισμού – άκουσα πρόσφατα ότι υπολόγιζε από την αναμενόμενη και την πραγματική θέση της σελήνης, το γεωγραφικό μήκος – ο σκοπός της σημερινής ανάρτησης – παρά την τόσο μακροσκελή εισαγωγή – είναι διαφορετικός. Σχετίζεται με τις ΠΙΝΑΚΙΔΕΣ – και με την αποτύπωση της μνήμης, λαθραία ή σκόπιμα, σε ένα μυθιστόρημα.




Σύμφωνα με “ Το χέρι στο βυθό” ένας από τους Συμιακούς ψαράδες που συμμετέχουν στις καταδύσεις, προσβάλλεται από την περίφημη νόσο των δυτών και τον κρατούν προσωρινά κατάκοιτο σε ένα σπίτι στα Αντικύθηρα. Εκεί από το πουθενά ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια περιθωριακή σκηνή στην αυλή αυτού του σπιτιού, μια σκηνή που δεν έχει σχέση με την κυρίως υπόθεση του βιβλίου, μια σκηνή που ενδεχομένως ένας αυστηρός επιμελητής θα “ έκοβε” για να μη χαλάσει η ροή. Οι ήρωες ανακαλύπτουν μια επιγραφή χαραγμένη σε ένα ξύλινο στύλο σε μια κάμαρα του σπιτιού, με τα ονόματα κάποιων εξορίστων Επτανησίων ριζοσπαστών από το 1851. Το βιβλίο, με αφορμή τα χαραγμένα ονόματα των εξορίστων, εκτρέπετα από τη βασική ιστορία και καταγίνεται με το να διηγηθεί στον ανυποψίαστο αναγνώστη το ότι τα Αντικύθηρα όπως και τα Κύθηρα ανήκαν στην Ιόνιο Πολιτεία και εχρησιμοποιούντο ως τόπος εξορίας. Εν κατακλείδι η συγγραφέας δια στόματος του πατέρα της ηρωίδας του βιβλίου λεει ότι η ελευθερία ενός λαού δεν χαρίζεται αλλά κερδίζεται.

“ Κοίταξα προς τα εκεί απ’ όπου ακουγόταν η φωνή του μπαμπά και τον είδα όρθιο να μελετάει προσεχτικά το μαύρο σαρακοφαγωμένο στύλο που στήριζε το ταβάνι της κάμαρας.
Είσαι καλά τώρα Κοριννάκι; Συνέχισε ο πατέρας χωρίς να φύγει από τον στύλο. Για μια στιγμή τρόμαξα, μα έπειτα κατάλαβα πως δεν είναι τίποτε σοβαρό. Και μια κι ανέλαβε ο Τσαμπίκος να σε κοιτάξει, ασχολήθηκα με τούτο δω, πρόσθεσε, σαν να προσπαθούσε να δικαιολογηθεί.
Στο μεταξύ είχε βγάλει από την τσέπη του ένα φακό και βάλθηκε να διαβάζει κάτι σκαλίσματα πάνω στο ξύλο. Τα γράμματα θα ήταν πολύ σβησμένα, γιατί του χρειάστηκε κάμποση ώρα για να αποκρυπτογραφήσει την πρώτη λέξη.:
1851! Φώναξε ξαφνιασμένος. Ναι, γράφει οπωσδήποτε 1851! Τι να είχε γίνει εδώ το 1851;
Εγώ είχα συνέλθει αρκετά κι ένιωσα πως μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου. Ο Τσαμπίκος, που με έτρωγε ανήσυχος με τα μάτια, μου έδωσε το χέρι και με στήριξε…πώς να το περιγράψω, με τρυφερότητα θα έλεγα. Λες και ήμουνα ένα μωρουδάκι που κάνει τα πρώτα του βήματα.
-Έλα, Κορίννα, φώναξε ο πατέρας, έλα να βοηθήσεις κι εσύ!
Με την κοινή προσπάθεια και των τριών μας, καταφέραμε επί τέλους να διαβάσουμε την επιγραφή:

1851
Οι εξόριστοι:
Πυλαρινός
Ζερβός
Δομενεγίνης
Δημ. Καλλίνικος

κι εξακολουθούσαν κι άλλα ονόματα, μα δυστυχώς κάποιος τα είχε ξύσει μ΄ένα μαχαίρι και δε διαβάζονταν πια.
-Ποιοι ήταν αυτοί; Δεν τους έχω ξανακούσει, ρώτησε κάπως ντροπαλά ο Τσαμπίκος. Σίγουρα φοβόταν πως τα ονόματα είναι πασίγνωστα και μόνο αυτός δεν τα είχε ξανακούσει στο σχολειό του, στη Σύμη.
- Και γω τους ακούω για πρώτη φορά, του χαμογέλασα για να του δώσω θάρρος.
-Είναι πολύ κακό πως δεν τους έχετε ξανακούσει, είπε ξερά ο πατέρας και κούνησε το κεφάλι. Μα, δυστυχώς, οι ήρωες πολύ γρήγορα ξεχνιούνται! Αυτοί εδώ ήταν οι πρωτεργάτες της ένωσης της Επτανήσου με την Ελλάδα.
-Μα μπαμπά, διαμαρτυρήθηκα εγώ, αν θυμάμαι καλά από την Ιστορία, τα Επτάνησα παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα σαν, κατά κάποιο τρόπο, δώρο της βασίλισσας Βικτωρίας στο βασιλιά μας, τον Γεώργιο.
-Έτσι είναι και δεν είναι Κοριννάκι. Μην πιστέψεις ποτέ πως μια χώρα παραχωρεί τόσο εύκολα τις κτήσεις της και τις κάνει «δώρο». Πίσω από αυτή τη γενναιόδωρη, φαινομενικά, χειρονομία της Βικτωρίας κρύβεται ένας μεγάλος αγώνας. Ο Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος, που ήταν Κεφαλλονίτης, ήταν εκδότης της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» και μαχόταν από τις στήλες της ενάντια στην «προστάτιδα» δύναμη, δηλαδή την Αγγλία και τους «προστασιανούς» ή «καταχθόνιους», όπως λέγανε τους συνεργάτες των Άγγλων. Και οι άλλοι τρεις που μας άφησαν τα ονόματά τους πάνω στο στύλο ήταν κι αυτοί από τους επιφανέστερους ριζοσπάστες. Λίκνο της επαναστατικής κίνησης ήταν τότε η Κεφαλλονιά αλλά και η Ζάκυνθος και η Ιθάκη πρόσφεραν πολλά. Είχαν γίνει και μερικές εξεγέρσεις που πνίγηκαν στο αίμα. ΄Ημουνα παιδάκι τότε, μα θυμάμαι ένα τραγούδι που παρακινούσε το λαό της Επτανήσου σε ένοπλη εξέγερση εναντίον των Άγγλων:

Αδέλφια έφτασ’ ο καιρός ν’ αρματωθούμε όλοι!
Εμπρός με πυρ και βόλι
ο ξένος θα διωχθεί…

-Καλά, ρώτησα, μα τι σχέση έχουν τα Αντικύθηρα με την επανάσταση στα Επτάνησα;
-Τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα ανήκανε τότε στο Ιόνιο κράτος, που βρισκόταν κάτω από τη λεγόμενη «προστασία» της Αγγλίας. Έτυχε να εξορίσουνε και δω μερικούς από τους ριζοσπάστες, και δεν ήταν η πρώτη φορά που τους εξορίζανε. Να θυμάσαι, παιδί μου, τα λόγια μου. Δύσκολα μπορεί ν’αποκτήσει την ελευθερία του ένας λαός αν δεν πολεμήσει γι’ αυτή. Παράδειγμά σας τα Επτάνησα, που πέτυχαν με τους αγώνες τους να ενωθούν τελικά με την Ελλάδα. Αυτό κυρίως σε σένα το λέω Τσαμπίκο, που έχετε ακόμα τους Τούρκους στο κεφάλι σας. Πιστεύω, λοιπόν, ότι είναι αμαρτία ν’αφήσουμε αυτή την ιστορική επιγραφή να τη φάει εδώ το σαράκι. Έχεις κανένα σουγιά, Τσαμπίκο;
Ο Τσαμπίκος έβγαλε αμέσως ένα σουγιά και τον έδωσε στον πατέρα.
- Ξέρεις κάτι, παιδί μου, είπε ο μπαμπάς. Νομίζω πως εσύ θα τα καταφέρεις καλύτερα. Θέλω να μου κόψεις το κομμάτι όπου είναι χαραγμένα τα ονόματα. Θα το προσφέρουμε στην Εθνολογική Εταιρεία. “




Η φωτογραφία αλιεύθηκε από το ιστολόγιο του παιδιού της πλατείας, htttp://topaiditisplateias.blogspot.com/05/21-m-1864.html.

Ήδη γνώριζα, όταν διάβασα αυτό το απόσπασμα για τον Ναθαναήλ Δομενεγίνη, τον Ζακύνθιο κόμη και φίλο του Δ. Σολωμού. Οι Άγγλοι, κατά τον ξεσηκωμό των Ελλήνων κατά τα “ Ηπειρωτικά” αρνήθηκαν να τον παραλάβουν από τους Τούρκους που τον είχαν συλλάβει – παρά το ότι ήταν 'Αγγλος υπήκοος, και έτσι εκείνοι τον έγδαραν ζωντανό. Ο θάνατος του Ναθαναήλ Δομενεγίνη έκανε τον Δ. Σολωμό να γράψει κάποια καθόλου κολακευτικά σχόλια για τη βασίλισσα Βικτωρία. Σε αυτό όμως θα επανέλθω.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

... "ενδεχομένως ένας αυστηρός επιμελητής θα “ έκοβε” για να μη χαλάσει η ροή. "

Αγαπητή κυρία!

Νιώθω αφόρητα πεζός που από όλοκληρο το ωραίο post σας απομονώνω αυτή την φράση αλλά έχει καεί λίγο η γούνα μου - αντίστοιχα - και με πονάει.

Υποθέτω λοιπόν, ότι και ο επιμελητής του Ομήρου τού ζήτησε να αφαιρέσει τις περιγραφές από τα όπλα των ηρώων στην Ιλιάδα - έκανε τη χάρη να τού αφήσει μία ραψωδία αφιερωμένη στην νέα ασπίδα του Αχιλλέα -, ο επιμελητής τού Ουγκώ έκοψε τις περιγραφές από το Παρίσι στους Άθλιους - συνθηκολόγησε να αφήσει τις εκτενείς περιγραφές των υπόνομων - και ο επιμελητής τού Αισχύλου έκοψε κάποιες επισκέψεις μυστήριων όντων στον Δεσμώτη Προμηθέα - τού άφησε όμως την επίσκεψη της Ιούς γιατί αλλιώς έβγαινε μικρό το έργο...

Προτείνω μία σεμνή, επαγγελματική τελετή βουντού, ξέρετε με ποιους ως στόχο!... :-{

Πάντως ψιλοδιαφωνώ στο ότι δεν υπήρχε λογοτεχνία για παιδιά στην εποχή σας. Π.χ., σχεδόν όλα τού Ι. Βερν ήταν μεταφρασμένα από το ~1940 και μπορώ να φέρω και άλλα παραδείγματα. Έως και την "αρχαία" Διάπλαση των παίδων θα επικαλούμην αλλά προφανώς αυτή είχε τελειώσει πριν εσείς γεννηθείτε. Σίγουρα, τώρα είναι πολύ πλουσιότερα τα πράγματα αλλά σε όλα τώρα είναι πλουσιότερα τα πράγματα, ποσοτικά τουλάχιστον.

Idom

(Σχετικά με τον Προμηθέα: σε ένα σχολικό εγχειρίδιο λέει ότι το επεισόδιο με την Ιώ είναι ξεκάρφωτο και δεν προάγει την πλοκή...)

Πόλυ Χατζημανωλάκη είπε...

Αγαπητέ Idom,
ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια και για τις εύστοχες "προτροπές προς επιμελητή του Ομήρου" και των άλλων κλασσικών. Ήταν πράγματι απολαυστικές.
Νομίζω όμως ότι με παρεξήγησες στο θέμα της παιδικής λογοτεχνίας.Δεν είπα ότι δεν υπήρχε παιδική λογοτεχνία την εποχή μου αλλά ότι ο Μπόρχες λέει ότι δεν υπήρχε την εποχή του. Πώς αλλιώς θα ήταν αγαπημένος μου ήρωας ο Χωκ Φιν και ο πλοίαρχος Νέμο αν δεν τα είχα διαβάσει ως παιδί;
Όταν μάλιστα ήμουν περίπου 9 χρονών και είχα χύσει μαύρο δάκρυ μετά την ανάγνωση της Καλύβας του μπαρμπα Θωμά με είχε ρωτήσει ο πατέρας μου αν "έχει πήξει αρκετά το μυαλό μου" ώστε να διαβάσω Ιούλιο Βερν. Για αρκετό καιρό προσπαθούσα να φανταστώ πώς πήζει το μυαλό σου - ίσως να γινόταν σαν κλούβιο αυγό πίστευα - και τίναζα το κεφάλι μου απότομα δεξιά και αριστερά μήπως και ακούσω κάποιο ήχο, που θα ήταν η ένδειξη ότι ήρθε η ώρα του Ιουλίου Βερν.
Αυτό που εννοούσα πάντως ήταν τα έργα Έλλήνων συγγραφέων (εκτός από την Πηνελόπη Δέλτα) παιδικής λογοτεχνίας.

Ανώνυμος είπε...

Σωστά, έχετε δίκιο.
Όταν και εγώ αργότερα το ξανασκεφτόμουν, προσπαθούσα να θυμηθώ Έλληνες συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας και μόνο η Δέλτα ερχόταν στο μυαλό μου. Μεταφρασμένοι υπήρχαν μπόλικοι.
Ίσως στην χώρα τού Μπόρχες να μην είχαν ούτε την τοπική "Δέλτα".

Καταπληκτικό το επεισόδιο με το πηγμένο μυαλό!

Idom