Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

Σχεδόν σκηνοθετώντας μια Χάρτινη ζωή: Εισήγηση στην εκδήλωση της Πολιτιστικής Επιτροπής της Δημοκρατικής Αριστεράς Θεσσαλονίκης για το πεζογραφικό έργο της Παυλίνας Παμπούδη



Καλησπέρα σας!

Χαίρομαι που βρίσκομαι  εδώ απόψε, άλλη μια φορά ανάμεσα σε φίλους, σε ανθρώπους που εκτιμώ και αγαπώ, τους ποιητές της Θεσσαλονίκης τα μέλη της επιτροπής Πολιτισμού της Δημοκρατικής Αριστεράς, τους φίλους και τους καλεσμένους.
Ευχαριστώ για την πρόσκληση και την τιμή να μιλήσω για την αγαπημένη μου ποιήτρια, Παυλίνα Παμπούδη… Σήμερα παρουσιάζονται διάφορες πλευρές της Παυλίνας, εκτός από το ποιητικό της έργο που είναι το πιο γνωστό.  Και μπορώ να σας διαβεβαιώσω, ότι όταν ένας ποιητής σαν την Παυλίνα  μπαίνει σε έναν άλλο χώρο δημιουργίας, ένα πράγμα θα συμβεί.  Ότι ο χώρος δεν θα παραμείνει ο ίδιος. 

Η Παυλίνα Παμπούδη είναι γνωστή για πολλά. Για τα ποιήματά της, για τους στίχους των τραγουδιών που έχει γράψει , για τα εξαιρετικά βιβλία της με την αποκλίνουσα σκέψη – δήθεν για παιδιά – για τη ζωγραφική της – πριν ένα μήνα έκανε με μεγάλη επιτυχία την δεύτερη έκθεσή της στην Αθήνα…
Αυτό για το οποίο ίσως είναι λιγώτερο γνωστή είναι το πεζογραφικό της έργο. Η Παυλίνα έχει εκδόσει  ένα μυθιστόρημα για ενήλικες τη Χάρτινη ζωή και πρόκειται να συνεχίσει, από ότι παρακολουθούμε τις προδημοσιεύσεις της στη σελίδα της στο διαδίκτυο, όπου μαθαίνουμε για μια έκδοση με 102 μυθιστορήματα μπονζάι και για ένα ακόμα μυθιστόρημα, το «Χεράκι στον ιστό» από το οποίο έχει δημοσιεύσει εκτενή αποσπάσματα...
Για το  μυθιστόρημά της  που έχει ήδη  εκδοθεί λοιπόν, πρόκειται να σας μιλήσω απόψε…

Πριν ξεκινήσω να σας λέω τις σκέψεις μου, θα ήθελα να αρχίσω με μια εικόνα που είδα πριν κάμποσο καιρό σε ένα ντοκιμαντέρ για τη βραβευμένη ταινια του Ρώσου Yuri Norstein, η Ιστορία των Ιστοριών…
Η εικόνα που θα σας περιγράψω  λοιπόν δεν είναι από την ταινία αλλά από το πώς γυρίστηκε.
Να πω όμως πρώτα για την ταινία, για όσους δεν την έχουν δει: Πρόκειται για μια πρωτοποριακή ταινία κινουμένων σχεδίων που  χειρίζεται την ανθρώπινη μνήμη  όπως και οι ταινίες του Ταρκόφσκι.
Δεν στηρίζεται δηλαδή  σε μια συμβατική αφήγηση, αλλά στη σύνδεση του ενός  συνειρμού  με τον άλλο, της μιας εικόνας με την άλλη…
Η ταινία αναφέρεται σε παιδικές αναμνήσεις από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ανάμεσα σε αυτές είναι και  η πολυσυζητημένη με  το Πολωνέζικο Ταγκό αλλά αυτό δεν είναι το θέμα μας.


Ο
Yuri Norshteyn, χωρίς τα τεχνικά μέσα της Δύσης για το animation, κάνει ό, τι ακριβώς και ο Ταρκόφσκι…Επινοεί την τεχνολογία του με τα απλά μέσα που έχει στη διάθεσή του. Στήνει λοιπόν διαφορετικά στρώματα από γυαλί για να δώσει βάθος στις εικόνες του, και ανάμεσα στα στρώματα αυτά,  για να δημιουργήσει την εντύπωση του βάθους και της προοπτικής τοποθετεί τις  φιγούρες του. Τι είναι αυτές οι φιγούρες. Μορφές με ανθρώπινο σχήμα, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, τα ζώα  όλες κομμένες με το ψαλιδάκι από διάφορες φωτογραφίες…


Χωρίς δηλαδή υπολογιστές και τεχνική ανιμέησιον.  Χάρτινες φιγούρες, δισδιάστατες, άκαμπτες που η μαγεία του σκηνικού και των στρωμάτων από γιαλί, η φαντασία του σκηνοθέτη τους δίνουν ζωή…
Και να τώρα ποια εικόνα έρχεται στο νου μου, όταν σκέπτομαι να μιλήσω με εικόνες για   το βιβλίο της Παυλίνας.  Υπάρχει μια σκηνή που ο Γιούρι Νορστάιν άπλωνε τις φιγούρες του μπροστά του, τις άπλωνε στο τραπέζι και εκείνη την ώρα ακουγόταν ένας ψίθυρος σιγανός, από τις πολλές φορές των ηρώων μαζί, ακαθόριστος, ακατανόητος…ένα μουρμουρητό άμορφο…

και φαντάζομαι τότε την Παυλίνα, σκυμμένη στο γραφείο της, να ταξινομεί και να οργανώνει, τις δικές τις φιγούρες, τους ήρωες, τα πρόσωπα να αφουγκράζεται αυτόν τον υπόκωφο και όλο απαιτήσεις, τον τυφλό   ψίθυρο από το υπερπέραν και να σκηνοθετεί, να οργανώνει τις φωνές, να ενορχηστρώνει το έργο της… Να τις μετακινεί, να τις συνδέει, τη μια με την άλλη
και να αποσύρεται μετά…
να κάνει μερικά βήματα πίσω…να μην επιχειρεί μιαν ενιαία αφήγηση, χωρίς όμως και αν αφήνει το έργο στην τύχη του…στη ροή των συνειρμών.

και τίποτε άλλο να μην πω, νομίζω πως δόθηκε η εικόνα της Χάρτινης Ζωής.

Η ιστορία των Προγόνων…Μορφές κομμένες από χαρτί…Γραμμένο χαρτί. Από δημόσια έγγραφα και ιδιωτικά,  από άρθρα εφημερίδων,  σημειώσεις, σημειώματα, επιστολές…

Τα έγγραφα  αποτελούν σε ένα μεγάλο βαθμό τον καμβά, πάνω στον οποίο, ο αναγνώστης οδηγείται, όχι για να καταναλώσει την ιστορία, αλλά για να την συνθέσει…Και  κάνοντάς το, σκοπίμως και γιατί η πραγματικότητα δεν έχει μια μόνο όψη, έρχεται αντιμέτωπος, αρκετές φορές με  αλληλοαντικρουόμενες αφηγήσεις…

Πρόκειται για ένα οικογενειακό χρονικό που ξεκινά από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, με τον Πατριάρχη  της οικογένειας Αντώνιο Βορεάδη από το Ηράκλειο της Κρήτης,  ευπατρίδης, λόγιος, ο προππάπους, Σύμβουλος εκπαιδεύσεως – αντίστοιχο του Υπουργού Παιδείας – της Κρητικής Πολιτείας και μετέπειτα πολιτευτής με την παράταξη του Ελευθερίου Βενιζέλου. ( γεγονός που του στοίχισε την πολιτική σταδιοδρομία…)

Σαν εικόνες από Επίκαιρα του κινηματογράφου παρατάσσονται αποφάσεις για τα εκπαιδευτικά της Κρητικής Πολιτείας, σχολικά τετράδια της κόρης του, της μυθιστορηματικής Γαλάτειας, της γιαγιάς της ηρωίδας της Πέτρας – του άλτερ ego της Παυλίνας, που είναι η αποδέκτης και κληρονόμος ενός πλουσιότατου αρχείου, των πρωτογενών πηγών δηλαδή από όπου η μικρή οικογενειακή ιστορία συμπλέκεται με τη μεγάλη. Ο πατριάρχης, αναγκάζεται να παντρέψει  τη θυγατέρα του, άρον άρον με τον Μωυσή Πλουμίδη, τον σηροτρόφο, μετά την πολιτική του ήττα, για να τα καταφέρει να περισώσει την περιουσία του.

Έτσι η νεαρή Γαλάτεια, η μυθιστορηματική γιαγιά, καλλιεργημένη, με όνειρα για ανώτερες σπουδές, με ταλέντο στη ζωγραφική, αιφνιδιάζεται και σύρεται σε έναν βιαστικό γάμο με έναν άγνωστο μεγαλύτερό της…
Από αυτήν την ένωση γεννιέται ο Αντώνης, ο πατέρας της ηρωίδας, πριν από αυτόν ο Παύλος ο μεγαλύτερος αδελφός που σκοτώνεται στο ελληνοαλβανικό μέτωπο και η Δανάη η μοναχοκόρη τους…

Ο άλλος κλάδος της οικογένειας, με το μυθιστορηματικό όνομα Μαλτέζοι, έχουν την καταγωγή τους από την Χαλκίδα…μια σκοτεινή ιστορία πάθους και τιμής, ένας ς φόνος της συζύγου –  ένα άγος των Ατρειδών που συνοδεύει τα παιδιά που παίρνουν εκδίκηση…

Η μεγάλη ιστορία πάντα παρούσα και σε εκείνη την πλευρά, σχέσεις με τους βασιλείς…Στο σπίτι τους στη Χαλκίδα έχουν φιλοξενήσει τον Καραγκεόργκεβιτς, τον βασιλέα της Σερβίας, στη δίνη των γεγονότων που συνοδεύουν τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο…

Ανάμεσα στα εννέα αδέλφια από εκείνη την πλευρά είναι η Ηρώ, η μητέρα της ηρωίδας, βαφτιστήρα του Άγγελου και της Εύας Σικελιανού


Η μεγάλη ιστορία λοιπόν αυτού του τόπου περνά από το βιβλίο. Από την εποχή της διαμάχης Βασιλικών – Βενιζελικών, τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους  στους οποίους οικογένειες  που πληρώνουν φόρο αίματος, το ψυχροπολεμικό κλίμα και τον εμφύλιο και τις διώξεις των αριστερών…όπου ο Αντώνης εκτοπίζεται στη Μακρόνησο και αργότερα στην Ικαρία, συντίθεται κομμάτι κομμάτι από ντοκουμέντα αυτού του τεράστιου αρχείου…

Η Πέτρα - το alter ego της συγγραφέως – της Παυλίνας, βρίσκεται αντιμέτωπη με την οικογενειακή της μυθολογία, φαινομενικά σε ίση απόσταση από αυτούς, όπως και ο αναγνώστης, εφόσον η σύνθεση της αφήγησης είναι το ζητούμενο. Δεν είναι δεδομένη…

Κάθε εποχή, οι πρωταγωνιστές είναι διαφορετικοί. Οι αντιθέσεις όμως, οι αντιφάσεις στον τρόπο που βλέπουν τον κόσμο και στο τι περιμένουν από αυτόν είναι πάντα παρούσες…κάθε εποχή διαφορετικές. Οι ματαιώσεις αναπόφευκτες…

Έχουμε για παράδειγμα τον Αντώνη  Πλουμίδη, τον πατέρα της Πέτρας που
είναι εξόριστος στη Μακρόνησο. Από εκεί αλληλογραφεί με τη γυναίκα του την Ηρώ, τη μητέρα του  και την αδελφή του τη Δανάη που συγκατοικούν και οι τρεις μαζί από ανάγκη.  Ο αναγνώστης που διαβάζει τις επιστολές γίνεται μάρτυρας μιας μικρής στιγμής της μεγάλης ιστορίας. Χωρίς τους ηρωισμούς και την αγιοποίηση των αγωνιστών που γίνεται από μακριά. Η εξορία και η απομάκρυνση οξύνει  τα ανθρώπινα πάθη. Υπάρχει η αγωνία  των γυναικών να επιβιώσουν και να συνυπάρξουν. Κυρίως ο αγώνας για μια θέση στην καρδιά του Αντώνη, που είναι ο αποδέκτης των επιστολών…

Εκείνος διαβάζει τα διαδοχικά δελτάρια και απαντά  και οι απαντήσεις του  κάποιες φορές ρίχνουν  λάδι στη φωτιά…

Τα κείμενα των επιστολών, εστιάζονται στη μικρή. Τα δοντάκια της, το μεγάλωμά της, τα πρώτα της βήματα…στην πραγματικότητα όμως, η μικρή είναι το πρόσχημα,  οι μεταξύ τους αντιθέσεις έχουν σημασία, η θέση τους στην προσοχή και την αγάπη  του Αντώνη, η επιθυμία για συμμόρφωση, στο τι θα μπει ο κόσμος, τα ψέματα, η ηθική και τέλος η επιθυμία για λίγη ανάσα της γυναίκας – μητέρας…

Αυτό είναι όλο; Θα μου πείτε;
Μια καλά στημένη σχεδόν σκηνοθεσία;
Και πώς γίνεται η σύνθεση, πώς τελικά συμπλέκεται το υφάδι που συνδέει τους προγόνους με την προσωπική μυθολογία της συγγραφέως, αν όλα αυτά πρέπει να τα συνθέσει ο αναγνώστης;
Ο συγγραφέας κρατά τόσο μεγάλη απόσταση από το έργο του; Κρατά ένα ρόλο σκηνοθέτη - αρχειοθέτη;  
Πώς περνάει η λογοτεχνική δημιουργία, από την αφήγηση των γεγονότων, στο χώνεμα, στη ζύμωση, στην μετουσίωση σε ψυχική ουσία, σημαντική και για τον γράφοντα και για τον αναγνώστη;

Φυσικά και αυτό συμβαίνει:
Με κλωστές διαφορετικού χρώματος, υφαίνεται και η δική της η φωνή…
Οι δικές της φωνές, επιλέγοντας διαφορετικές γραμμές - διαφορετικούς άξονες για να διαπεράσει το έργο:

με την καταγραμμένη στη μνήμη της φωνή της Πέτρας, που σιβυλλικά και με αμείλικτο τρόπο, με τραγική παιδική αφέλεια χρησμοδοτεί για τα τότε παρόντα…

-  Οι μπαμπάδες είναι μαμάδες που λείπουν ταξίδι. Ούτε η μαμά μου εχει μπαμπά, ούτε η Δανάη, ούτε η μεγάλη γιαγιά, ούτε η μικρή, ούτε ο Γιωργάκης, ούτε ο Αντώνης της Δανάης. Έχει έναν η Μιραντούλα κι έτσι ξέρω πώς μοιάζουν. Οι μαμάδες είναι πιο καλές.

Με τις λυρικές παρενθέσεις,  ποιητικά κείμενα , όπου ο απρόσωπος αφηγητής δεν εμπλέκεται στη διαμάχη αλλά χαρίζει τη φωνή του  στα πάντα!  Είναι έξω  στη φύση και μέσα στη σκέψη των ανθρώπων. Των ζωντανών και των νεκρών. ΄όταν είναι παιδιά και παίζουν… όταν περνούν στην εφηβεία, όταν παντρεύονται, όταν γεννούν και ακόμα και όταν πεθαίνουν. Ακόμα και όταν έχουν πεθάνει.
Σαν Πρωτέας μεταμορφώνεται και  ενσαρκώνει τον τυφλό ψίθυρο των νεκρών δίνοντας του διέξοδο, ανασκάπτοντας, εμβαθύνοντας, δικαιώνοντας, αίροντας κάθε ματαίωση…

Ο Βρυκόλακας, η Μαρμάγκα, η Αρκούδα, το ταβάνι του τελευταίου δωματίου…κείμενα ποιητικά που λειτουργούν αντιστικτικά με το υπόλοιπο έργο και ισορροπούν την ψυχρότητα των εγγράφων και τη σκληρότητα των επιστολών.
Και οι δύο τρόποι εξέλιξης του μυθιστορήματος είναι απαραίτητοι και αλληλοσυμπληρώνονται:
Και τα ‘εγγραφα απαραίτητα, φυσικά. Αφού οι μορφές και τα έργα των προγόνων που αποτελούν  την προσωπική μυθολογία της συγγραφέως και που έχουν ήδη παρουσιαστεί στην ποιητική της  συλλογή το Μαύρο Άλμπουμ, σαν να βρίσκουν την χάρτινη – πέραν της ποιητικής μνήμης θεμελίωση. Βρίσκουν μια  τεκμηρίωση θα έλεγα…

Στο επίπεδο της ποίησης και των οραμάτων η κάθαρση είναι δεδομένη…

Κλείνοντας θα σας διαβάσω ένα απόσπασμα, όπου είναι η Ηρώ, η μητέρα της Πέτρας που μιλά. Το ταβάνι του τελευταίου δωμάτιου…Μου πήρε αρκετούς μήνες – δεν είχα ακόμα διαβάσει το βιβλίο – για να καταλάβω περί τίνος πρόκειται…ένας μονόλογος του τέλους…


Αυτό το ταβάνι είναι άσπρο και μαλακό. Ανάλαφρο, σαν συννεφάκι. Συχνά, χαμηλώνει πολύ. Απλώνω το χέρι μου (σκέφτομαι πως απλώνω το χέρι μου) να τ’ αγγίξω. Τα δάχτυλά μου συναντάνε μια ανεπαίσθητη αντίσταση (σκέφτομαι πως συναντάνε). Λίγο ακόμα και θα το διαπεράσουν. Δεν μπορώ όμως· ακόμα κι η σκέψη με αφήνει ξέπνοη. Είμαι πολύ, πολύ κουρασμένη.  Αυτό το ταβάνι –
Είναι χάρτινο. Αφράτο ψιλό χαρτί πάνω-πάνω στο κουτί μου, προστατεύοντας κάποιο βαρύτιμο δώρο. Είναι η οργαντίνα απ’ τον παιδικό μου φιόγκο που ξετυλίγεται, ξετυλίγεται, μέχρι το τέλος του χρόνου. Είναι η κουνουπιέρα, πηχτή από εφιάλτες, στο κρεβάτι με τον ουρανό. Όχι. Είναι τα τούλια απ’ το νυφικό μου. (Το φόρεσα το νυφικό; Θα το φορέσω;) Αιωρείται στην κρεμάστρα του, αιωρείται όλο το δωμάτιο στο μυαλό μου.

Θεσσαλονίκη, 2 - 12 - 2011

Οι εικόνες από το διαδίκτυο είναι από:
http://filmjourney.weblogger.com/wp-content/uploads/2010/02/norstein-overcoat.jpg

Οι οικογενειακές φωτογραφίες είναι από τη σελίδα της Παυλίνας Παμπούδη στο Facebook


 

2 σχόλια:

Βαγγέλης Ιντζίδης είπε...

Aγαπητή Πόλυ
μπαίνω κατά καιρούς και σε διαβάζω (τι έξοχος τρόπος να περιηγείται κανείς στα της δημιουργίας και της λογοτεχνικής ιδιαίτέρως - καταντώ κοινότοπος έτσι που το λέω/γράφω κάθε φορά).
Μέριμνες (και ειδικά η μία που πια με το μήνα αυτό ολοκληρώνεται πια) αλλά και ανάγκες δύσκολες στους καιρούς που ζούμε με έχουν κρατήσει μακριά από τη διάθεση να γράψω το παραμικρό σε μια σειρά από έξοχες αναρτήσεις σου.
Ωστόσο τη μνεία την κάνω εδώ και το μπλογκ σου το συστήνω παντού.
Να είσαι καλά
(ένα σήμα πως ζω ακόμη και πεισματικά περιηγούμαι στις τόσες πολλές ιδέες σου εν πολλοίς πηγή περαιτέρω έμπνευσης. Μα αυτό δεν είναι το νήμα της γραφής. Γράφω σημαίνει γράφεις ο άλλος.)
να είσαι καλα
Βαγγέλης Ιντζίδης

Πόλυ Χατζημανωλάκη είπε...

Βαγγέλη μου, σε έχασα, αλλά καταλαβαίνω όλα αυτά που μου γράφεις...
Σε ευχαριστώ για το αποψινό σχόλιο, ωστόσο, πολύτιμη για μένα η ματιά σου!
Όλα καλά να πάνε σου εύχομαι!
Θα μιλήσουμε