Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2010

Ας βάψουμε το τσάι μας κόκκινο!



Ρίχτηκε με τα μούτρα στην εργασία για τα έντομα γιατί κατάλαβε ότι ο Λέοναρντς θα είχε στραμμένο ένα ακοίμητο μάτι πάνω του. Πέρασαν  από το νου του  οι αλογομέρμηγκες και ο μυρμηγκολέων. Σκέφτηκε να κάνει μια μελέτη για αυτούς και να την παρουσιάσει στον Λέοναρντς. Αυτά τα όντα ήταν ότι πρέπει για μια ανθολογία φανταστικών ζώων σαν αυτή των Dungeons and dragons. Όσο και να τον γοήτευε η ιδέα του προσπάθησε να μην παρασυρθεί. Θα έδινε λάθος σήμα στον κόσμο εδώ και δεν θα είχαν άδικο αν θεωρούσαν ότι θέλει να κάνει τον έξυπνο. Κατάλαβε ότι παίζει «εκτός έδρας», όπως θάλεγε ο πατέρας του, και τέτοιου είδους πρωτοβουλίες δεν θα του έβγαιναν σε καλό.  Έψαξε λίγο στο internet και φυσικά βρήκε πολλά: σκορπιούς, αράχνες, σκαθάρια, πεταλούδες, ψείρες με τα οποία θα μπορούσα να ασχοληθεί, αλλά δεν μπορούσε να καταλήξει σε κάτι που να τον τραβάει κάπως περισσότερο. Οι σκορπιοί και οι αράχνες θα ήταν αρκετά συναρπαστικές  επιλογές μια και αρκετές φορές είχαν δανείσει τα ανατομικά τους χαρακτηριστικά – κεντριά και δαγκάνες - στα  όντα  που γοήτευαν τα παιδιά της ηλικίας του και προκαλούσαν αποτροπιασμό στους μεγάλους. Οι αράχνες του δάσους Νήλγουντ στο Χόμπιτ και η Σήλομπ,  η γιγάντια αράχνη στη σπηλιά της Κίριθ -  Ούγκολ  στον Άρχοντα των δαχτυλιδιών, θα ήταν ένας λόγος να ασχοληθεί μαζί τους, αλλά ο καθηγητής είχε τονίσει – όχι αρθρόποδα που δεν ανήκουν στα έντομα.

Όλα του τραβούσαν το ενδιαφέρον  σε κάποιο βαθμό,  ιδιαίτερα οι φωτογραφίες τους σε μεγέθυνση,  αλλά αυτό τον είχε μπερδέψει και δεν μπορούσε να καταλήξει. Φαινόταν πολύ σκεφτικός  όταν κατέβαινε τη σκάλα πηγαίνοντας στην κουζίνα,  το γνωστό καταφύγιο κάποιου που έχει πρόβλημα,  όταν διασταυρώθηκε με τον Ιάκωβο,  που έβγαινε από τη βιβλιοθήκη του. Ο Ιάκωβος τον κοίταξε παραξενεμένος. Ο Μπρένταν έλειπε και εκείνος διάβαζε ως συνήθως εφημερίδες. Κάθε πρωί έφταναν στην πόρτα τους οι τοπικές εφημερίδες και οι Τάιμς. Τα περιοδικά, εκτός από το Νάτιοναλ Τζεογκράφικ που ήταν συνδρομητής, τα διάλεγε μόνος του από ένα κέντρο τύπου στην Νιουμάρκετ. Ο Πέτρος του είπε ότι προσπαθεί  να διαλέξει ένα έντομο για την  εργασία που είχε στη βιολογία. Την ώρα εκείνη του ήρθε σαν αστραπή  ότι αυτό το σπίτι έχει το οικογενειακό του έντομο. Πώς και δεν του είχε περάσει από το μυαλό πριν μιλήσει η σχέση της Τζέην με τις μέλισσες;
«Ετοίμαζα τσάι», είπε ο Ιάκωβος, «θέλεις να μου κάνεις παρέα;»

 Ήταν δυνατόν να απορρίψει τέτοια τιμητική πρόσκληση στη βιβλιοθήκη; Παρά το ότι είχε γίνει αναγνωστήριο εφημερίδων και περιοδικών, εξακολουθούσε να είναι χώρος απαραβίαστος όπου έμπαινες χτυπώντας ή αν σε καλούσαν. Κάτι του έλεγε ότι αυτή η πρόσκληση προκλήθηκε από τη αναφορά στην εργασία για τα έντομα. Κάθισε λοιπόν στη μια από τις δύο πολυθρόνες  και ο Ιάκωβος σέρβιρε το τσάι. Μετά με μια μικρή λαβίδα άνοιξε ένα κουτί που ήταν μέσα στο δίσκο και έπιασε ένα μικρό σκούρο σβώλο,  σαν φακή και τον έριξε στο φλιτζάνι του.
«Προς τιμήν όλων των εντόμων, ας βάψουμε το τσάι μας κόκκινο». Έριξε ένα τέτοιο σβώλο και στο τσάι του Πέτρου. Όπως κατέβαινε  στον πάτο του φλυτζανιού,  άφηνε πίσω του μια κόκκινη κηλίδα σαν σταγόνα από μελάνι που απλωνόταν στο τσάι. 
«Είναι κρεμέζι, το μικρό αποξηραμένο κατσαριδάκι»

Ο Πέτρος δεν είχε βέβαια και πολύ διάθεση να πιει το τσάι με το αποξηραμένο έντομο,  αλλά δεν ήθελε να κάνει το δύσκολο και έτσι έφερε το φλιτζάνι στα χείλη του για να πιει μια γουλιά μετά από τον Ιάκωβο. Ευτυχώς δεν κατάλαβε καμιά διαφορά.


Ο Ιάκωβος πήρε από ένα ράφι της βιβλιοθήκης ένα μικρό βιβλιαράκι και κάθισε στην άλλη πολυθρόνα. 
«Μια παλιά έκδοση των ωδών του Κάλβου», είπε. Ο Πέτρος δεν θα παραξενευόταν – μόλις είχε μάθει για τον Ναμπόκοφ, το Ρώσο λογοτέχνη που ανακάλυψε ένα νέο είδος πεταλούδας  - αν μάθαινε ότι και ο Κάλβος είχε κάνει κάποια παρόμοια ανακάλυψη.


«Το βιβλίο αυτό ανήκει σε κάποιο φίλο που είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για τον Ανδρέα Κάλβο», είπε. «Είχε μάλιστα ένα δικό του τρόπο να διαβάζει τα ποιήματά του.  Ήταν φυσικά απολύτως ερασιτεχνικός και ιδιόμορφος τρόπος. Είχε όμως  τη δύναμη να μεταδίδει και στους άλλους ένα μέρος από το πάθος του». Ο Πέτρος τον παρακολουθούσε προσηλωμένος. Είχε καταλάβει ότι ο Ιάκωβος επρόκειτο να κάνει αποκαλύψεις και προσπαθούσε να βρει τον τρόπο να είναι απόλυτα ειλικρινής χωρίς να καταφύγει σε μια προσωπική εξομολόγηση.

«Είχε παρασυρθεί από τη μαγεία ενός κόσμου σκοτεινού και μεγαλειώδους που είχε ανακαλύψει στους στίχους του Κάλβου. Εκεί έβλεπε φαντάσματα καραβιών που πετούσαν σαν τον ιπτάμενο Ολλανδό, άκουγε συνομιλίες με νεκρούς που βγαίνουν από ανοιχτούς τάφους, παρακολουθούσε τις πομπές με τις ψυχές των νεκρών που ανέβαιναν σαν ομίχλη στον ουρανό…Στις έρημες πεδιάδες αντηχούσαν καλπασμοί αλόγων και κλαγγές όπλων. Άλλοτε πάλι η τρικυμισμένη θάλασσα έφερνε στην επιφάνεια συντρίμμια από τα ναυάγια και τα σώματα των νεκρών…»

Σταμάτησε για μια στιγμή και κοίταξε έξω από το παράθυρο.
«Δεν υπήρχε μόνο η σκοτεινή πλευρά. Σ’  αυτό τον κόσμο είχαν θέση σκηνές γεμάτες νοσταλγία από την πατρίδα του, εικόνες με δροσερά κορίτσια που κάνουν βαρκάδα στο σμαραγδένιο νησί του… Νοσταλγία για το πατρικό νησί όταν ο ναύτης που ακουμπά στην πρύμνη και αναχωρεί από εκεί την νύχτα, με την φαντασία του βλέπει το νησί του λουσμένο στο χρυσό φως της μνήμης...» 

Ο Ιάκωβος συνέχισε αυτό που ήθελε να πει μια και ο Πέτρος, διακριτικά, απέφυγε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο.
«Κάποια στιγμή αυτός ο φίλος άρχισε να ασχολείται με τη μελισσοκομία. Πίστευε ότι και ο Κάλβος είχε κάποια ιδιαίτερη σχέση με τις μέλισσες και στην ποίηση και στην ζωή του. Άρχισε λοιπόν, όπως με ένα δικό του τρόπο διάβαζε τις Ωδές να φροντίζει και να παρατηρεί τις μέλισσες».
« Ο Κάλβος ασχολήθηκε με τις μέλισσες εδώ στο Λάουθ;»
« Σύμφωνα με το φίλο μου είχε ασχοληθεί με τις μέλισσες και κατά την πρώτη περίοδο που ήρθε στην Αγγλία πριν ακόμα να γράψει όλα τα ποιήματα των Ωδών. Κατά τη γνώμη του, αυτή η δραστηριότητα ταίριαζε απολύτως στην ιδιοσυγκρασία του επαναστάτη και στην ποίησή του. Είχε μάθει ότι τότε ο Κάλβος βοηθούσε έναν εξόριστο Ιταλό γιατρό να βγάλει ένα περιοδικό που  ονομαζόταν  L’ Αpe Ιtaliana – Ιταλική Μέλισσα. Ήταν ένα περιοδικό ποικίλου περιεχομένου, που περιλάμβανε εκτός από λογοτεχνικά και επιστημονικά άρθρα. Ο τίτλος του,  εκτός από τη νύξη που έκανε στον επαναστατικό ή το λογοτεχνικό συμβολισμό της μέλισσας, αποτελούσε και αναφορά σε μια συγκεκριμένη  ποικιλία μέλισσας, την ιταλική, που θεωρείται πιο  ήμερη από τη φύση της και επομένως είναι πιο εύκολο να την εκτρέφεις. Με παρόμοιο όνομα  κυκλοφορούσε ένα ελληνικό περιοδικό στο Παρίσι, και αργότερα μετά την απελευθέρωση κυκλοφόρησαν τέτοια περιοδικά στην Αθήνα  και στην Πάτρα. Συμπωματικά, η  εισαγωγή αυτού του είδους  μέλισσας στην Αγγλία έγινε την ίδια εποχή που ο Κάλβος και οι φίλοι του προσπαθούσαν να εκδόσουν αυτό το  περιοδικό. Ο φίλος μου πίστευε ότι οι Ιταλοί σύντροφοι του Κάλβου στο Λονδίνο πρέπει να είχαν κάποια σχέση με αυτή την εισαγωγή. Χρησιμοποιούσαν τότε μικρά χάρτινα κουτάκια με τρύπες για να μεταφέρουν τις μέλισσες. Έτσι πίστευε ότι θα έφεραν τις βασίλισσες από την Ιταλία στην Αγγλία και κατάφεραν, βάζοντάς τις στις κυψέλες  να εισάγουν την ποικιλία αυτή εδώ. Δεν είχε όμως όλες τις αποδείξεις που χρειαζόταν γιατί δεν είχε μπορέσει να βρει ούτε ένα τεύχος αυτού του περιοδικού».

Σταμάτησε για μια στιγμή να μιλάει. Ο Πέτρος βρήκε την ευκαιρία να εκφράσει κάποιες επιφυλάξεις. Υπήρχε κάτι στην ιστορία αυτή που του φαινόταν αταίριαστο.  Οι μέλισσες ήταν κατά τη γνώμη του καθώς πρέπει έντομα. Εργατικά, νοικοκυρεμένα και το προϊόν που φτιάχνουν είναι γλυκό. Άντε να είναι γλυκά τα λόγια ενός ποιητή – όμως δεν το έβρισκε και τόσο συναρπαστικό ως έντομο που θα μπορούσε εμπνεύσει έναν επαναστάτη. Πως ήταν δυνατόν αυτό; Μπορούσε να καταλάβει τη μελισσοκομία σαν ασχολία ενός ηλικιωμένου που έχει αποτραβηχτεί στην επαρχία, αλλά οι  μέλισσες σύμβολο των επαναστατών; Ο Ιάκωβος προσπάθησε να απαντήσει, ανατρέχοντας στο παρελθόν του ποιητή.

«Ο Κάλβος όταν ζούσε στην Ιταλία είχε υπάρξει καρμπονάρος. Ανήκε σε μια επαναστατική οργάνωση για την απελευθέρωση της Ιταλίας από τον αυτοκράτορα της Πρωσσίας, που ήταν εμπνευσμένη και στα σύμβολα και στο οργανωτικό της από τις μυστικές εταιρείες των τεκτόνων και των πεφωτισμένων που δρούσαν στην Ευρώπη εκείνη την εποχή και παλαιότερα.»

«Όπως η Φιλική Εταιρία»
«Ναι. Τελετουργικό μύησης, συνθηματικά σύμβολα αναγνώρισης, οργάνωση σε τριάδες, ιερείς και Αποστόλους.»

«Τα ξέρω αυτά.»
«Η φιλοσοφία των τεκτονικών στοών, όπως λέει άλλωστε και το όνομά τους – κτίστες – ήταν η ανέγερση του ναού του Σολομώντα.»
«Στην Ιερουσαλήμ;»
«Άλλοι το εννοούσαν κυριολεκτικά – ίσως αυτό συνδέεται με κάποιο τρόπο με την επίσκεψη στους Αγίους Τόπους αλλά και με τις σταυροφορίες – και άλλοι το εννοούσαν συμβολικά σαν μια διαδικασία προσπάθειας και αρετής»
«Οι μέλισσες χτίζουν τις κηρήθρες τους», είπε ο Πέτρος. 
« Και θησαυρίζουν το μέλι με κόπο, όπως ο τέκτονας θησαυρίζει τη σοφία. Και όλα αυτά συνδέονται με σύμβολα του θανάτου και της αναγέννησης – οι κυψέλες που έχουν σχήμα τάφου – οι μέλισσες που είναι σαν ψυχές που πηγαινοέρχονται στον κάτω κόσμο – το σύμβολο των καρμπονάρων είχε μια νεκροκεφαλή και ένα σταυρό»
«Και οι στίχοι των ποιητών ρέουν σαν μέλι από το στόμα τους», συμπλήρωσε ο Πέτρος.

«Το μέλι αυτό συνδέεται με τις Μούσες – έχει θεϊκή προέλευση. Λέγεται πως ο Πίνδαρος ξύπνησε ένα πρωί και είχε το χάρισμα της ποίησης γιατί οι μέλισσες του είχαν σφραγίσει το στόμα μέλι,  όπως και με την τέχνη της μαντικής του μελιού που κατά το μύθο οι ΤΡΙΕΣ  δίδαξαν στον Ερμή».
Άνοιξε το βιβλίο των Ωδών και άρχισε να διαβάζει, κοιτώντας τον Πέτρο ερευνητικά  για να δει αν μπορούσε να παρακολουθήσει. Σταματούσε πότε πότε για να εξηγήσει μια λέξη που θεωρούσε ότι θα ήταν άγνωστη. Ο χρωματισμός της φωνής του ήταν και αυτός μια εξήγηση και ο Πέτρος είδε ότι καταλάβαινε πολύ περισσότερα από ότι άλλες φορές.  Από τη μια στιγμή στην άλλη, είχε ζωντανέψει εκείνος ο κόσμος όπου οι Μούσες αποθέτουν στα χείλη του Ομήρου το «θείον μέλι». Εκεί τα «αυγερινά πλήθη των μελίσσων»  πετούσαν πάνω από μια λίμνη με το αεράκι της άνοιξης. Ο ποιητής ταξίδευε στο Αιγαίο και το Ικάριο πέλαγος και υμνούσε την  Κάλυμνο που «τρέφει τας μελίσσας με αθέριστα άνθη» και βγάζει το καλύτερο μέλι  όπως αναφέρει και ο Βιργίλιος στα Γεωργικά.  Άλλοτε η ανάμνηση της ευδαιμονίας στην πατρική γη αναδυόταν με την εικόνα αναρίθμητων μελισσών, τα «έθνη των μελίσσων», που ξεχύνονταν από τις κυψέλες της Πάργας.

Κάποτε η επίκληση της αρετής και της αγάπης για την υπεράσπιση της ελευθερίας γίνεται ικεσία προς τις «αιώνιες μέλισσες» να μην εγκαταλείψουν το μέλι που με τόσο κόπο έχουν θησαυρίσει. Ο αναπόφευκτος θάνατος αμφισβητεί και υπονομεύει το έργο τους όταν με χαμηλό βόμβο επιστρέφουν φορτωμένες στην κυψέλη.

Μια φωνή από τον κάτω κόσμο ακούγεται να λέει πως «Κόπος ανυπόφερτος είναι η ζωή. Οι ελπίδες, οι φόβοι του κόσμου/οι χαραί και το μέλι/σας βασανίζουν».  Εκείνη την ώρα πάντως οι μέλισσες του Κάλβου τριγύριζαν στα λιβάδια του Λίνκολνσάιρ και ο Ιάκωβος όρθιος, παρασυρμένος στην ανάγνωση, με τις κινήσεις των χεριών του σαν να έστρωνε τα φύλλα σε ένα στεφάνι με αθέριστα άνθη, ένα στεφάνι για τη Τζέην φυσικά. 

Από το μυθιστόρημα "Οι Μέλισσες του Κάλβου τριγυρίζουν στα λιβάδια του Λινκολνσάιρ", εκδ. Ταξιδευτής

Πηγές από το Ίντερνετ:

2 σχόλια:

Johnny Panic είπε...

Το ίδιο το κείμενο μού φάνηκε σαν μια κυψέλη!

Οι μέλισσες του Κάλβου δε,μού έφεραν στο νου άλλες μέλισσες,τις μέλισσες μιας μέλισσας με αιχμηρό κεντρί που παράγει μαύρο μέλι με δυο στάλες δηλητήριο...Ο λόγος για την τρομερή μέλισσα της λογοτεχνίας,Σύλβια Πλαθ.Στα ημερολόγιά της καταγράφει πρωτογενώς μια εμπειρία της σε μελισσοκομείο,που ποιητικά αναπλασμένη τη βλέπουμε στα παράξενα μελισσοποιήματά της,με εξέχον το περίφημο "The bee meeting"...

Πόλυ Χατζημανωλάκη είπε...

Αγαπητέ μου Johnny Panic σε ευχαριστώ ιδιαιτέρως για την αναφορά στη Σύλβια Πλαθ και το ποίημά της.
Αυτές τις μέρες κυκλοφορεί και η ταινία το Μέλι του Σεμίχ Καπλάνογλου, επίσης με θέμα την ποίηση και το μέλι...
Το απόσπασμα αυτό, ανερτήθη με αφορμή την ημερομηνία θανάτου του Κάλβου 3 Νοε και ίσως δείχνει πολύ αποσπασματικά τη δική μου προσπάθεια να φανταστώ ένα Κάλβο μελισσοκόμο.
Σε ευχαριστώ και πάλι για την πολύτιμη επίσκεψη