Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

Χάρτες του Αλλού στην ποίηση της Χλόης Κουτσουμπέλη: Η εισήγησή μου στην παρουσίαση της ποιητικής της συλλογής: «Είναι που στον αρχαίο κόσμο βραδιάζει πια νωρίς», στις 10 Δεκεμβρίου 2012, στο βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων Γαβριηλίδη


 
Είμαι ευτυχής και πολύ συγκινημένη που βρίσκομαι απόψε εδώ, μαζί με τη Χλόη και τους εκλεκτούς της φίλους, για να μοιραστώ τις σκέψεις μου, κάποιες σημειώσεις, κάποια αισθήματα από την ανάγνωση των ποιημάτων της Χλόης Κουτσουμπέλη, της Χλόης μας, εδώ στην παρουσίαση της πιο πρόσφατης  ποιητικής της συλλογής στην Αθήνα…

Θα ξεκινήσω με μια θέση, έναν προσδιορισμό για την ποιήτρια, πριν μιλήσω για τη συλλογή. Δεν έχει να κάνει με την προσωπική μας φιλία, δεν έχει να κάνει με κάποιου είδους μεροληψία αλλά σε αυτήν την θέση βασίζεται η δική μου ανάγνωση που θα παρουσιάσω σήμερα σε μια σύντομη μορφή γιατί η έκτασή της είναι κάπως μεγάλη για μια βιβλιοπαρουσίαση και που σκοπεύω να αναπτύξω γραπτώς αργότερα στο ιστολόγιό μου σίγουρα…Και ο προσδιορισμός είναι ο εξής: Η Χλόη, ποιήτρια με τη δωρεά και ο χαρακτηρισμός εμπνέεται  από τον ποιητή Τόλη Νικηφόρου. Με το χάρισμα δηλαδή.
Και προσθέτω εγώ: είναι ποιήτρια της δωρεάς και των δώρων του Αλλού.
Όταν γράφει  φεύγει από αυτόν τον κόσμο. Ταξιδεύει  Αλλού και έρχεται με  δώρα από εκεί…

Τι δώρα:
Περιγράφει σκηνές από όνειρα, αναπλασμένες και αλλιώτικα νοηματοδοτημένες.
Μορφές και πρόσωπα από τους μύθους και η λογοτεχνία,
αρχετυπικές εικόνες ακόμα και σκηνές της καθημερινότητας τις βλέπει πειραγμένες…
και επιστρέφει από το ταξίδι της με τη δωρεά που έλαβε, αλλοπαρμένη…
 

Την έχω δει λίγο μετά τη σύνθεση ενός ποιήματος, να μην έχει ακόμα συνέλθει από την αλλαγή, από το βάρος που αποκτά πάλι το σώμα της όταν προσγειώνεται…
Έχω δει τις ρωγμές του Αλλού στον εδώ κόσμο, επειδή η Χλόη μπαινοβγαίνει εκεί:  καρέκλες σκηνοθέτη να σπάνε, πλήθος από μικροσκοπικά έντομα να πλημμυρίζουν τη σελίδα του γραπτού της – να πηγαίνουν εκεί και πουθενά αλλού στον κήπο του εξοχικού της Ιωάννας στο Πήλιο – και ξέρω ότι πάλι μπήκε και βγήκε στη χώρα του Ποτέ – γνώριμη για αυτήν. Συνομιλεί με τη Γουέντυ σε κάποιο ποίημα… Ξέρει με ποιους μιλά
Σε όλες τις συλλογές που έχει εκδώσει, επιτελείται η διαδικασία εισόδου – εξόδου σε αυτόν τον κόσμο με τα αλλόκοτα πλάσματα που η Χλόη συναντά.
Αυτή η πιο πρόσφατη  που κατά τη γνώμη μου σηματοδοτεί την αποδοχή  της ετερότητας των όντων αυτών, την οριστική  αποδοχή αυτού του άλλου κόσμου, αφού δεν διστάζει να τιτλοφορήσει με το όνομά του τη συλλογή.
Το Ποτέ Ποτέ, το Αλλού είναι ο Αρχαίος κόσμος.
Στην γραφή της  δηλαδή υπεισέρχεται μια κοσμολογική πλέον ποιητική σύλληψη… που δεν είναι μόνον όραμα και ψευδαίσθηση αλλά ένας κόσμος που κατοικείται.
Διαβάζουμε εδώ για  μιαν άλλη γεωγραφία, για μια περιοχή  του Αλλού
Είναι που στον αρχαίο κόσμο βραδυάζει πια νωρίς
Η γη δεν είναι επίπεδη
Και οι άνθρωποι κάποτε χάνονται…

με επιμονή, με εμμονή, από πρόσωπα του μύθου και τις τραγωδίας που παγιδευμένα σε αυτήν την επίπεδη γη, ζουν και ξαναζούν από την αρχή με τον ίδιο τρόπο ή και διαφορετικά τα πάθη και τις περιπέτειές τους, και κάθε φορά η Χλόη αίρει τις αμαρτίες τους, πονά για λογαριασμό τους, διεκδικεί τη φωνή, τα δάκρυα ή τη σιωπή τους…
Ο Θησέας, η Πηνελόπη, η Αντιγόνη, ο Οιδίποδας…

Μίλησα πριν για μια κοσμολογική σύλληψη. Που σημαίνει μια φύση έναν κόσμο. Αλλά πρέπει να το εξηγήσω αυτό. Η φύση στο Αλλού δεν είναι φύση, αφού το Αλλού είναι φτιαγμένο από το υλικό των ονείρων, είναι μια ψυχική ποιότητα…
Γιατί όμως εμφανίζεται σαν ένας κόσμος πλήρης, με την μορφολογία του, το χρόνο του, τους κατοίκους του, τα φαγητά του; Γιατί είναι ο μοναδικός τρόπος που έχουμε να το προσλάβουμε. Γιατί στο Αλλού προβάλλεται το εδώ…Στο Εκεί το Ενθάδε…με όρους υλικούς γίνεται το σκαρίφημα ενός ψυχικού τοπίου.
Με τον ίδιο τρόπο που ο Ελύτης επιμένει όταν αναφέρεται στις περιγραφές της φύσης στον Παπαδιαμάντη ότι δεν πρέπει να κάνουμε το λάθος και να παρασυρθούμε όταν τις διαβάζουμε, αυτές τις εξαίσιες περιγραφές, να πιστέψουμε ότι πρόκειται για άσκηση φυσιολατρείας…Για ψυχικές διαθέσεις και ψυχικά τοπία πρόκειται και αυτό είναι που προβάλλεται στο φυσικό τοπίο…
Με τον ιδιο τρόπο, το Αλλού της Χλόης, η Χώρα του Ποτέ, εκεί που αποσύρεται όταν γράφει τα ποιήματα…είναι επιπλωμένος με έπιπλα που πονούν, τον διασχίζουν τρένα αγνώστου προορισμού  που χάνονται στην ομίχλη, οι ποιητές βέβαια ταξιδεύουν με το Όριεντ Εξπρές όταν δεν βάζουν το κεφάλι τους στο φούρνο…
Διαβάζοντας λοιπόν τα ποιήματα – που κατοικούν σε αυτό το σύμπαν και αποκτούν ρυτίδες και γερνούν – μπήκα στον πειρασμό να μελετήσω να χαρτογραφήσω αν θέλετε, τη μορφολογία  αυτού του τοπίου…

Αυτή η δουλειά, μου θύμισε τους χάρτες του ανθρώπινου μυαλού που περιγράφονται στο βιβλίο του Μπάρυ για τον Πήτερ Παν όπου ο χάρτης γυρίζει και πρέπει να βάλεις εκτός από τις τοποθεσίες και την πρώτη μέρα στο σχολείο, και τους φόνους και τα ανώμαλα ρήματα…Μου θύμισε και το χάρτη της χώρας της τρυφερότητας, από το Κλελί,  μυθιστόρημα της  Μαντάμ ντε Σκυντερύ  (του 17ου αιώνα) όπου χαρτογραφούνται σαν ποτάμια και βουνά τα συναισθήματα, η μοναξιά, και ό, τι συμβαίνει στην πορεία μιας ερωτικής σχέσης…
Ετσι λοιπόν ξεκίνησα κι εγώ αυτό το παιχνίδι…
Όσο προχωρούσα στην χαρτογράφηση, τόσο περισσότερο χανόμουν…το τοπίο ήταν κινούμενη άμμος…διεφεύγον…
μα δεν γινόταν αλλιώς…έτσι θα ήταν; Πού νόμιζα ότι βάδιζα;
Χρησιμοποίησα όσους ανθρωπολογικούς δείκτες γνώριζα, όσα στοιχεία από τη γεωγραφία για τη μορφολογία του εδάφους μπορούσα να διακρίνω, όσες κοσμολογικές περιγραφές για τη γένεση αυτού του κόσμου μου πρόσφερε ο μύθος και η αφήγηση των ποιημάτων…
Σιγά σιγά καταλάβαινα πως αυτό που ζωγράφιζα ήταν κάτι που δεν νοιαζόταν αν θα φανερωθεί γιατί εκ των προτέρων ήταν άλλο από αυτό που νόμιζα ότι ήταν. Ένα είδωλο τρόπον τινά, μια προβολή κάποιου Άλλου που με άφηνε να το δω γιατί ήξερε πως μπορεί αμέσως να γεμίσει ρυτίδες και ρήγματα και να εξαφανιστεί…


Με δεδομένο λοιπόν το «κρύπτεσθαι φιλείν» του Αλλού της ποιητικής της Χλόης  ξεχώρισα μερικούς άξονες γύρω από τους οποίου οργανώνεται αυτός ο κόσμος και επιχείρησα όχι να αναλύσω αλλά να περιγράψω το πώς δομείται αυτό το Σύμπαν. Δεν πρόκειται δηλαδή για ανατομία και ανάλυση αλλά για χαρτογράφηση…
Και εκεί σταματώ μια και αυτό που επιθυμώ είναι η κατά το δυνατόν επίγνωση και όχι ο κατατεμαχισμός της ανάλυσης…

Και ποιοι είναι αυτοί οι άξονες, οι δείκτες τρόπον τινα:
Ο πιο βασικός από όλους είναι ο Χρόνος. Ο ρυθμός, οι εποχές, οι επαναλήψεις ο τρόπος που περνά ο χρόνος,  η φθορά, η μνήμη – αφού περνά ο χρόνος, ο τρόπος που μετριέται.
Δεν υπάρχει κόσμος  έξω από το χρόνο…

Ο άλλος άξονας είναι ο χώρος: ποια είναι η μορφολογία του εδάφους το σχήμα του.
Πώς είναι οι αποστάσεις και πώς γίνονται οι μετακινήσεις. Πώς συνδέεται κατά  την κίνηση ο χρόνος με το χώρο. Οι συγκοινωνίες.


Μετά οι κατοικίες, τα κτίρια αυτού του χώρου  η επέμβαση δηλαδή του πολιτισμού και φυσικά η απαραίτητη τροφή. Το τι τρώνε εδώ των συντρόφων του Οδυσσέα  -  η κλασσική ερώτηση όταν έφταναν σε κάθε καινούργιο τόπο- το αντίστοιχο που ρωτάει η Αλίκη στη γάτα της την Κίττυ όταν περνά πίσω από τον Καθρέφτη. Αραγε το γάλα στο καθρεφτόσπιτο να πίνεται εδώ;
Μετά απαραιτήτως το Ζωολόγιο. Τι ζώα τον κατοικούν. Εξημερωμένα, άγρια; Μυθικά; προΪστορικά;
Και τι φυτά; Ποια είναι τα φυτά τα καρποφόρα, τα καλλωπιστικά αυτού του σύμπαντος;

Και το τελευταίο φυσικά, που  φαίνεται να κλείνει τον κύκλο με το χρόνο είναι ο θάνατος…Ποια είναι η θέση του θανάτου στο Αλλού;

Ανέφερα όλους αυτούς τους άξονες, με έννοιες οικείες από τον κόσμο τον εδώ, τον μπροστά από τον καθρέφτη  για να φτιαχτεί ένα καλούπι που θα μας χρειαστεί 



Ο  χρόνος 

Στον χάρτη του Αλλού ρέει  απαραιτήτως το ποτάμι του Χρόνου. Ο χρόνος -  μνήμη,  διάρκεια,  αναμονή, η μέτρησή του, η φθορά, τα γερατειά, η ιστορία και η αρχή του – η αρχή με την έννοια της κοσμογονίας – της δημιουργίας του κόσμου και τα σύμβολα του χρόνου – ο πατέρας Κρόνος με το δρεπάνι ίσως,  και τα ρολόγια, οι κλεψύδρες, οι κούκοι…
Οι μέρες, οι εποχές…
Αυτό που ξέρουμε για το χρόνο στο Αλλού είναι ότι βραδιάζει νωρίς. Από τον τίτλο. Ότι ρέει αλλιώς…
Και για όλα τα άλλα, υπάρχουν οι απαντήσεις στα ποιήματα…

Οι άδειες μέρες/πάνω σε τσιγγέλια/ κρεμασμένες/ ωμές και ψόφιες/ οι μέρες της ζωής μας/ Ο κρεοπώλης χρόνος/τρίβει τα χέρια με χαρά

Να ποιος είναι ο χρόνος με το δρεπάνι

Ο χρόνος είναι ένα ρευστό που γεμίζει τον κόσμο, μπορεί και να τον αδειάζει…
Δεν είναι δηλαδή η μεταφορά χρόνος ποτάμι που κυλά προς το μέλλον, αλλά ο χρόνος ρευστό που  δεν ρέει αλλά αδειάζει και χύνεται από τα δοχεία που τον περιέχουν: Τις στιγμές, γυάλινα αγγεία που πονούν, τις κλεψύδρες και τις μέρες. Ο χρόνος χύνεται από εκεί, σαν άμμος και κυλά στα σώματα. Οι εποχές κυλούν στο πρόσωπο. Το τώρα κυλά σαν μεταξωτό στο πάτωμα.
Και αυτό που μένει, το άδειο, είτε είναι οι μέρες που κρέμονται στα τσιγγέλια, είτε είναι σπασμένα ρολόγια κελύφη πάνω στα οποια πατούν οι ποιητές…
Η κατάρρευση της συμβατικής μέτρησης επιβεβαιώνεται με τον κούκο που χτυπά συνεχώς μεσάνυχτα και με την ζωοποιημένη αίσθηση της μνήμης.

Θα σας διαβάσω για τη μνήμη:

ΠΕΡΙ ΜΝΗΜΗΣ

Η μνήμη του χρυσόψαρου
διαρκεί ένα λεπτό,
του ελέφαντα για χρόνια,
του πιράνχας είναι
το λαίμαργο παρόν,
του μεταξοσκώληκα
η κάμπια.
Αργόσυρτα μαμούθ οι αιώνες.
Χωρίς εσένα.
 


_ Τα κτίρια του Αλλού

Η χώρα του Αλλού της Χλόης  έχει μια αλλόκοτη φτιάξη…

Έρημοι πύργοι είναι τα ποιήματα ή μαυσωλεία που τα φτιάχνουν οι ποιητές για να κοροϊδεύουν το χρόνο.
Υπάρχουν σπίτια για τις σκιές, τα μαύρα  σπίτια με μόνη τη σκόνη που απλώνει τις σκιές που ζουν οι άντρες που αγαπά η ποιήτρια...

Όλα τα υπόλοιπα κτήρια είναι σπίτι όπου που έζησε κατά καιρούς,  δικά της ή  φίλων γεμάτα αναμνήσεις και σύμβολα προσωπικής ζωής.  Είναι ζωντανά κελύφη των ανθρώπινων ζωών που περιέλαβαν στους τοίχους τους, όπως το σπίτι του Αντρέα στην Κύπρο, σπίτι φάντασμα ζωντανό,  με αναμνήσεις, πόνο, και  ενθυμήματα πολύ προσωπικά, το τραπέζι, το καρπούζι, ένα σπίτι στα κατεχόμενα τριάντα χρόνια μετά…

Είναι και σπίτια του εδώ που μπαίνουν ολόκληρα, σαν πλοία, σαν τον Ιπτάμενο Ολλανδό στο Αλλού, όπως  το σπίτι της οδού Καραολή – το σπίτι της – γεμάτο όμως με τους ευγενικούς ξένους, φαντάσματα σκιές ανθρώπων που συγκατοικούν αόρατοι μαζί της…μια παράλληλη ζωή, αφήνουν υγρά χνάρια στο διάδρομο, πιάτα με αποφάγια στην κουζίνα, ακούν περίεργες μουσικές…

Υπάρχουν σπίτια ζοφερά, όπως εκείνο το αλλόκοτο εξοχικό, γεμάτο με τα σημάδια του θανάτου…Ένα σπίτι που ο κήπος του είναι σαν τάφος ανοιχτός που θα τελεστεί η κηδεία αυτού που δεν πέθανε με βέλο μαύρο, επικήδειο, γάντια…
Με το σκύλο κέρβερο, τις ξανθές κατσαρίδες κήπου, τα περιττώματα του σκύλου κέρβερου, τα ξεκοιλιασμένα πορτοκάλια, τις τούφες από τις υδροροές….

 
Η μορφολογία του εδάφους

Ο χώρος τώρα. Γιατί το Εκεί εκδηλώνεται στο Εντευθεν με κάποιο χώρο, είναι ένας τόπος ρευστός, διαμπερής…
Αποτελείται από κόκκους άμμου που διαλύονται αέναα…

ζει σε ένα σύμπαν διαμπερές
από κόκκους που διαλύονται αέναα

Η ξηρά σχηματίζει ακρωτήρια – τα άκρα, τα όρια, ο τόπος της μαγείας σκέφτομαι τα ακρωτήρια στη λαϊκή παράδοση τόποι περάσματος στον κάτω κόσμο - εκεί που στέκονται οι γυναίκες με τις μαύρες μαντήλες στα νησιά και φωνάζουν – και τις παίρνει ο αέρας
Μια χώρα ρευστή, μια χώρα σώμα, όπου τα νησιά  είναι κάποτε κολλημένα στα σώματα των ηρώων, να θυμίσω το  Πηνελόπη ΙV
«κάποια βράδια το ίδιο το νησί ξεκολλούσε από το σώμα της που άχνιζε…»
Ή αλλού η σχέση με το σώμα, το πρόσωπο εμφανίζεται με τα  ρήγματα που ανοίγουν όμως αλλόκοτα, από τις ρυτίδες στο πρόσωπο… «Οι ρυτίδες στο πρόσωπό της άνοιξαν ρήγματα σε όλο το νησί…»

Υπάρχουν βουνά, βεβαίως, αλλά το σημαντικό  δεν είναι η μορφολογία αλλά η αφήγηση την οποία συμπαρασύρει η αναφορά του ονόματός τους: για παράδειγμα το όρος των ελαιών – προδοσία, εγκατάλειψη…

Και το σχήμα της γης, σφαιρικό και όχι επίπεδο, όχι προς χάριν της γεωγραφίας αλλά για να εξηγηθεί η απομάκρυνση η μοναξιά.

Είναι που η γη δεν είναι επίπεδη και οι άνθρωποι χάνονται…
Και στην εξαιρετική στροφή του ποιήματος, που του έδωσε τον τίτλο, μια σύμπλεξη του χώρου με τον χρόνο, το ρυθμό του.
Ο διαφορετικός ρυθμός του χρόνου για να δώσει τον τόνο στην απώλεια…
Ο χώρος και ο χρόνος του αισθήματος…
Ο χωροχρόνος…Μην τον πάρετε στην κυριολεξία, δεν είναι αυτό που φαίνεται, δεν ξέρω τι είναι...οι άνθρωποι χάνονται και η απώλεια δικαιολογείται με μια κοσμολογία...Με ένα άλλο σύμπαν, τόσο όμοιο και τόσο διαφορετικό. Η φράση αυτή όμως είναι μια επαναφορά στο εδώ. Γιατί το ξέρουμε ότι η γη δεν είναι επίπεδη. Το ξέρουμε ότι δεν υπάρχει αιώνια μέρα και αιώνια νύχτα. Βραδιάζει νωρίς, και η άνθρωποι χάνονται είναι  ότι τα παραμύθια στην πραγματική ζωή δεν έχουν θέση. Ότι εδώ και όχι Αλλού οι άνθρωποι χάνονται, αλλά μπαινοβγαίνουμε στον κόσμο του Αλλού για να μιλήσουμε για αυτό, εκεί από όπου έρχονται τα ποιήματα, εκεί όπου πονούν οι στιγμές και συνομιλούν οι ψυχές..

Ο ποιητικός χωροχρόνος της Χλόης λοιπόν , διαμπερές σύμπαν στεριά σώμα, με τις αλλόκοτες  αποστάσεις:
ξεκίνησα για νάρθω μες στο σώμα σου/μα ήταν μεγάλο το ταξίδι, ο ναός βούλιαξε στο πέλαγος…
οι Άγιοι Τόποι όλο και ξεμάκραιναν, και όσο πλησίαζα η σκιά μου μίκραινε, στην έρημο ένιωσα μοναξιά και τότε αμφέβαλλα…
Μια τοπολογία της ρευστότητας…και τότε αμφέβαλλα μέσα από την δοκιμασία, εφιαλτική σχεδόν της αμφιβολίας και της κατάργησης της συνθήκης του τρισδιάστατου κόσμου…
Ναοί που ταξιδεύουν και βουλιάζουν, τόποι που ξεμακραίνουν όσο πλησιάζεις, αλλά όλα αυτά για να σωματοποιηθεί, εν – σαρκωθεί, να χωροποιηθεί το αίσθημα,  το συναίσθημα …όλα αυτά για αυτό γράφονται: στην έρημο ένιωσα μοναξιά…
«ένα πεπρωμένο πέτρωνε»
 όπως πετρώνουν οι ξεχασμένες αρραβωνιαστικές στις παραδόσεις και γίνονται βουνά. Η μαυρομαντηλού του Παπαδιαμάντη, η κοπελιά που μαρμάρωσε στο τραγούδι της Αρλέτας…
Και το σκοτεινό βάθος στο τοπίο σώμα, και τα νερά του…
Καταρράχτες και σπηλιές για να αγκαλιαστούν κάτω από τα αστέρια στη σπηλιά οι πρώτοι λουόμενοι ο άντρας και η γυναίκα…
Η σκοτεινή σπηλιά της Αντιγόνης όπου εσαεί θα βρίσκει το θάνατο και θα αναμετριέται με το ελάφι μέσα της…
Και πάλι ο χωροχρόνος, το παρελθόν και το μέλλον, πρώτος λουόμενος και ο τελευταίος λουόμενος, στις έρημες πισίνες του μέλλοντος κολυμπά σε νερά ραδιενεργά και μολυσμένα…πριν σβήσουν τα φώτα του πλανήτη..

Μια κοσμολογία του τέλους.

File:Orientexpress1883.JPG
Συγκοινωνίες

Είναι που οι αποστάσεις είναι αλλιώς, και όσο προχωράς οι τόποι προορισμού απομακρύνονται που μας έχουν πια υποψιάσει για το πώς κινείσαι στο Εκεί.
Υπάρχουν όμως και κάνουν έντονη την παρουσία του τα μέσα συγκοινωνίας.
Τρένα, ταξί, αεροπλάνα, υπερωκεάνια, ποδήλατα….
Όλα αυτά  δεν έχουν σαν προορισμό να σε πάνε κάπου,  αλλά να σηματοδοτήσουν ένα συναίσθημα: ταξιδιού νοσταλγίας, αποχωρισμού…να υπογραμμίσουν μια ανάμνηση..

Προδοσία για παράδειγμα που συμβαίνει στο αεροδρόμιο (αποχωρισμός) του όρους των ελαιών…

Χωρίς να ξέρουμε τον προορισμό – ένα τρένο εξαφανίζεται στην ομίχλη – κάποιοι άλλοι, την ώρα που συμβαίνουν εδώ αυτά που λέμε, ακολουθούν τον συνειρμό μιας άλλης αφήγησης…περνούν από το οπτικό πεδίο του ποιήματος με όλο το συγκινησιακό βάρους του άλλου κόσμου, του ταξιδιού.
Το άλλο, μέσα στο άλλο…
Το άλλο διαφεύγον εσαεί.

Υπάρχει κάποιο ταξί και ο εφιαλτικός διάλογος μη αναγνώρισης με τον ταξιτζή – ένα ταξί που μεταμορφώνεται σε βάρκα γιατί κάποια στιγμή μας λέει ό τι ο οδηγός σιωπηλά διέσχισε τη λίμνη ως το τέλος, βυθίζοντας το κουπί στα μαύρα ολόγυρα νερά»…
Ένα ποδήλατο διασχίζει την ομίχλη
Ένα λεωφορείο της γραμμής που δεν περνάει πια χρόνια από τη στάση…όπου γράφεται το ποίημα

Το ΄Οριεντ εξπρές με το οποίο ταξιδεύουν οι ποιητές εκεί, προς την Ανατολή του εξωτισμού, των μύθων και της λογοτεχνίας…
Άλλη μυθικό μέσο μεταφοράς είναι ο Τιτανικός που παραπλεύρως κάπου   βουλιάζει την ώρα του ποιήματος…Μα αυτό που μετράει είναι το ναυάγιο, το ναυάγιο ποίημα..
Εκεί όπου υπάρχει και η σκηνή με το πλεούμενο φέρετρο..
”Κοιμηθήκαμε αγκαλιά σε φέρετρο ανοιχτό – θυμίζει τη σωτηρία του Ισμαήλ στο τέλος του Μόμπυ Ντίκ, εκεί που βυθίζεται το πλοίο του κάπταιν Άχαμπ…

Και οι κόμβοι της νοσταλγίας, της συμπύκνωσης των αισθημάτων της ομίχλης είναι οι σταθμοί:
Ποτέ δεν συναντιούνται οι άνθρωποι.
Μόνο την στιγμή που αποχαιρετιούνται
στην αποβάθρα ενός τρένου.

ΟΙ αποβάθρες του τρένου…η διαφεύγουσα συνάντηση, εσαεί αποχαιρετισμός

 

Η διατροφή: τι τρώνε  στο Αλλού

Η τροφή, η σωματική ανταλλαγή με τη φύση…χαρακτηρίζει όσο ταπεινό και αν φαίνεται την ουσία ενός τόπου…
Άλλο τρώνε οι θεοί, άλλο οι άνθρωποι…(ο Οδυσσέας δεν έτρωγε ποτέ από το πιάτο που του έδινε η Καλυψώ)
Άλλο μέρος τρώνε οι άνθρωποι άλλο προσφέρουν στους θεούς για τη θυσία

άλλος ο πολιτισμός του ωμού και άλλος του ψημένου.

Τι γάλα είναι αυτό πίσω από τον Καθρέφτη – τον δικό της χώρο  του Αλλού αναρρωτιέται η Αλίκη…

Το Αλλού της Χλόης είναι ονειρικό, σχεδόν εξαϋλωμένο…

Η τροφή υπάρχει ως νοσταλγική ανάμνηση του άλλου κόσμου, του ενθάδε

Το κορμί ζεστό ψωμί που ευωδιάζει
Τα μωρά θηλάζουν βεβαίως
Αλλά το μωρό μπορεί να γίνει ζεστό ψωμάκι σταφιδόψωμο που τρέχει στο δρόμο
και το κυνηγούν – να η ανατροπή γιατί είναι κάτι άλλο, άλλου είδους τροφή –

Το  κυνηγούν ο φούρναρης, ο μανάβης και ο χασάπης

Υπάρχει βεβαίως η βαρβαρότητα του χασάπη – χρόνου με τις μέρες που κρέμονται άδειες στα τσιγκέλια του, εμφανίζει στο προσκήνιο την κρεοφαγία σε ένα τελείως διαφορετικό από αυτό της τροφής πλαίσιο…

Οι τελετουργίες συνεχίζονται με ανθρωποθυσίες: ανθρώπινα κόκκαλα και σάρκα

Και τι μένει για την καθεαυτό τροφή;
Να «πίνουν τσάι σε ανύπαρκτα φλιτζάνια»
Το μήλο που τρώει ο Αδάμ…και με τις δυο σημασίες πάλι, μυθική και σωματική

Και οι συμβολισμοί των μπαχαρικών – στα όνειρα βεβαίως:

Αν μυρίσετε στον ύπνο σας κανέλλα,
Κάποιος θα σας φιλήσει στο σκοτάδι

Ο Θάνατος

Ίσως επειδή όλος ο τόπος του Αλλού, των ψυχών, των ονείρων, των φαντασμάτων είναι ο τόπος του θανάτου – όπως το κάτω από το χώμα στην Αλίκη ή η χώρα του Ποτέ στον Πήτερ Παν, ο θάνατος αυτοπροσώπως δεν εμφανίζεται συχνά…

Κάποτε σαν χρόνος – κρεοπώλης των άδειων ημερών

Κάποτε σε ένα ταξί που μεταμορφώνεται σε βάρκα στη Μαύρη λίμνη

Κάποτε σε εκείνη την κηδεία εκείνου που δεν είχε πεθάνει στο εξοχικό, με τον κήπο που περιγράφεται με όλη την μεγαλοπρέπεια της φρίκης του σαν τάφος ανοιχτός…

Θάνατος ίσως είναι οποιοσδήποτε κάτοικος αυτής της χώρας. Μάλλον όχι οποιοσδήποτε αλλά ο Άλλος….

ονειρεύτηκα
Ότι για πρώτη φορά θάνατος
Ήρθες μέσα μου
Πίσω από την ψυχή
Κάτω από τα στρώματα του κορμιού
Ήρθες κι έμεινες…

Ο θάνατος φθορά, ο θάνατος άλλος, ο θάνατος απώλεια…
Με τα σημάδια τα φρικιώδη πάντα, τους λάκκους με τους νεκρούς και τους τάφους ενσαρκώνεται στο τοπίο του αλλού και επιβεβαιώνει ότι και εδώ πρόκειται για τον Τόπο του, αυτό το σύμπαν είναι ένα νεκρικό σύμπαν

«για πάντα δικός σου», ψιθυρίζεις
ενώ στο φόντο πίσω φαίνονται τα κάρβουνα
τα λευκά άλογα
ο λάκκος με τους νεκρούς
το δέντρο με τα κεφάλια στα κλαδιά
η σιωπηλή διαδήλωση στους τάφους
οι άνθρωποι με τα κεριά
που πενθούν βουβά
ενώ βρέχει σκοτάδι,
κι ενώ όλα αυτά συμβαίνουν,
από την φωτογραφία
χάνεται το πρόσωπό σου
κι αυτή η απώλεια,
τόσο μικρή μέσα στο νεκρικό Σύμπαν
που μας τυλίγει, 

(Aπό το ποίημα Φωτογραφία)
                                          


Το Ζωολόγιο της Χλόης

Αξίζει τον κόπο και το έκανα – δεν θα τα απαριθμήσω όλα εδώ για να μην σας κουράσω αλλά στη δημοσιευμένη εκδοχή αυτού του κειμένου  - να συνθέσει κάποιος το ζωολόγιο της Χλόης. Το ζωολόγιο δηλαδή του Αλλού. Της ποιητικής της.
Όχι από φυσιοδιφικό ενδιαφέρον – απολύτως νόμιμο και αυτό κατά την άποψή μου, να ασχολείται κανείς με τις ταξινομήσεις της ποικιλίας των ζωντανών οργανισμών και με τις συνήθειές τους, τα ταξίδια τους – θυμίζω τη μελέτη για την γαλάζια πεταλούδα του Ναμπόκοφ – αλλά για να αντιληφθεί τις άπειρες αποχρώσεις της αύρας τους, στην παλέτα της ποιητικής της Χλόης.
΄Όπως δηλαδή οι Ινδιάνοι με σοφία έδιναν στους εαυτούς τους ονόματα – ιδιότητες των ζώων, προσπαθώντας να οικειωθούν τη ρώμη τους, την ευλυγισία τους, την ταχύτητα στο τρέξιμο, έτσι και εδώ, μια κιβωτός – δεν είναι τυχαίο αυτό, υπάρχει ποίημα με τον τίτλο Κιβωτός όπου η Χλόη επιβεβαιώνει αυτό της το πρόγραμμα

 Η ΚΙΒΩΤΟΣ
«Θέλω» της είπε «να φτιάξω μία κιβωτό. 
«θα κλείσω μέσα σε ζευγάρια όλα τα είδη της αγάπης μου.
 

Τα παχύδερμα απογεύματα
 

που περπατούν αργόσυρτα
 

τινάζοντας τις προβοσκίδες στον αέρα
 

τις αγριόχηνες των φιλιών
 

τις λαίμαργες ύαινες του πόθου
 

τους σκορπιούς της απουσίας».
 

….
(το ποίημα συνεχίζεται)

Δεν είναι κατοικίδια τα ζώα…όπως ακούσατε και από το ποίημα. Με εξαίρεση ίσως τον σκύλο του Οδυσσέα η πανίδα είναι άγρια, μυθική, ανεξημέρωτη, της θάλασσας του αέρα του παντού…
Και πάντα για να απεικονίσουν μια ψυχική ποιότητα, ένα αίσθημα, ένα συναίσθημα…καλύτερα από όσο το κάνουν οι λέξεις…

Όλα μαζί, το καθένα στην αποστολή του, συνθέτουν έναν ιδιόμορφο, αισθηματικό χάρτη -  πίνακα του Ιερώνυμου Μπος:

πιράνχας – λαίμαργο παρόν
Χρυσόψαρο – μνήμη λεπτού
Ελέφαντας – τεράστια μνήμη
Αργόσυρτα μαμούθ – μνήμη της απουσίας
Γάτα αίλουρος – κοιμάται ανάμεσα στις λέξεις των ποιημάτων
Οι αράχνες – λόγια αράχνες – πυργκαγιές
Οι στρουθοκάμηλοι ψάχνουν ρωγμή για να κρύψουν το κεφάλι τους
To ελάφι βεβαίως που θυσιάζεται…
Το φίδι που ξεπετιέται από τα παλιά βιβλία
Μικρές μαϊμούδες που πηδούν στα ερείπια..
Ένα σκυλί που γαύγισε παράταιρα στο παλάτι του Οδυσσέα
Ενας σκύλος με τρία κεφάλια (τον έχει η γριά Κλωθώ)
Παχουλά περιστέρια των μαξιλαριών
Υπουλα και παχουλά περιστέρια της οδού Αριστοτέλους
Ταχυδρομικά κοράκια
Κένταυροι
Σκορπιοί
Κατσαριδες κήπου
Ενας λαγός – στιγμή ασπρόμαυρη φωτογραφία
Θηρία μυθικά που γρυλλίζουν κάτω από τα πόδια (σε δάπεδο σπιτιού του πέμπτου αιώνα)
Κρύα ψάρια – άνδρες κρύα ψάρια
Που αποσυρονται σε μουχλιασμένα όστρακα…
Κροκόδειλοι που την κατασπαράζουν κάθε νύχτα..

Και η κιβωτός το είπαμε είδη  – άλλο ζωολόγιο με τα είδη της αγάπης – που επιβεβαιώνει τη σημασία μιας αισθηματικής πανίδας…Ένα σύμπαν με ζώα διαφορετικά: παχύδερμα απογεύματα  που περπατούν αργόσυρτα τινάζοντας τις προβοσκίδες στον αέρα
Αγριόχηνες των φιλιών
Λαιμαργες ύαινες του πόθου

Σφίγγα
Άρπυια και Δαίμονας και Γάτα – η Λίλιθ με βράγχια αμφίβιου
Σαύρα να λιάζεται στις πέτρες – σύμβολο στον ονειροκρίτη
Μικρά χελιδονόψαρα..που τα κυνηγάς όταν βλέπεις όνειρο της Χλόης..


 

Τα φυτά, τα λουλούδια

Τελευταία στην την χαρτογράφησή  μου είναι τα περίεργα φυτά του Κήπου της...
Η χλωρίδα του νεκρικού σύμπαντος, ακαλλιέργητη, άγρια, ψυχρή…
Σιωπηλός υπομνηματισμός του θανάτου, της απόγνωσης της εγκατάλειψης. Υπογραμμίζουν και τονίζουν την ομιχλη, το αλλόκοτο αυτού του τοπίου…Αφήνουν τα αισθήματα να βλαστήσουν και να τυλιχτούν πάνω τους σαν κισσός.
Μα δεν μπορεί να είναι αλλιώς σε αυτή τη χώρα:

Δέντρα που καίγονται
Μαύρα τριαντάφυλλα που φυτρώνουν από τον ώμο μιας γυναίκας
Άνθη λεμονιάς που τα ξεπουλούν οι μνηστήρες
Δέντρα νυμφες με κλαδιά ψαλίδια
Τα μανιτάρια που γίνονται σαν ομπρέλλες…
Δέντρο με κεφάλια στα κλαδιά
Και το αρωματικό άγριο θυμάρι  - που περπατάς πάνω του όταν βλέπεις όνειρο της Χλόης



Τελειώνω την εισήγησή μου, ζητώντας συγγνώμη αν σας κούρασα...
Η χαρτογράφηση σταματά εδώ.
Η ποίηση της Χλόης Κουτσουμπέλη, ο τρόπος της να γράψει και να καταθέσει τη δωρεά της, αποκάλυψε με αυτή την ανάγνωση και την χαρτογράφηση, μια σύνθεση, μια ανάπλαση του ονειρικού με τα πλάσματα και τους κώδικες του εδώ, με ευκρίνεια, που δεν του λείπει η συνέπεια…
Ένα κόσμο για να χάνονται μαγεμένοι οι αναγνώστες της…

Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας και εύχομαι και στη νέα της ποιητική συλλογή να είναι καλοτάξιδη και να αγαπηθεί…
Να είναι καλλίστρατο το βιβλίο, αυτή την έκφραση την έγραψε ο φιλος ο Πέτρος ο Κακολύρης και την επαναλαμβάνω κι εγώ εδώ με αγάπη!




1 σχόλιο:

Stella Georgiadou είπε...

Πόλυ μου, θαυμάσιο το κείμενο της παρουσίασης! Θερμά συγχαρητήρια!
Έβαλες σε τάξη και τα δικά μου συναισθήματα και σκέψεις, που ξεπηδούν από την ανάγνωση της ποίησης της Χλόης.
Λυπήθηκα που δεν κατάφερα να 'ρθω να σας ακούσω, διαβάζοντάς σε όμως κάπως μετριάστηκε η έλλειψη.
Να είσαι πάντα καλά!