α) Μουσεία και λογοτεχνία:
Ξαναδιάβαζα προσφάτως περί Μουσείων και λογοτεχνίας με αφορμή το Μουσείο Ιστορίας Παιδικού Παιχνιδιού που ιδρύει ο Χρήστος Μπουλώτης στη Λήμνο. Τη θαυμαστή όσμωση ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, που συμβαίνει στις ακραίες της συνέπειες στο Μουσείο της Αθωότητας του Ορχάν Παμούκ, το Μουσείο έργο ζωής του σπουδαίου Τούρκου συγγραφέα, το μυθιστόρημα – υβρίδιο κατάλογο του Μουσείου με τα αντικείμενα που ανήκουν στην ηρωίδα του, και που έχει γίνει έμμονη ιδέα να συλλέγει ο αφηγητής και να εκθέτει ο συγγραφέας. Στου ιδίου συγγραφέα το παλαιότερο πόνημα «Ιστανμπούλ - η πόλη και οι αναμνήσεις», εκεί που αναζητά τον χαμένο χρόνο της παιδικής του ηλικίας γίνεται μια άλλου είδους συζήτηση για τα Μουσεία. Αναφερόμενος ο Ο. Π. στα σπίτια της δεκαετίας του πενήντα, εκείνα που οι κάτοικοί τους, ακολουθώντας το δυτικό πρότυπο επίπλωσης και διαρύθμισης, με τα κλειστά μεγαλοπρεπή σαλόνια, τις τραπεζαρίες, το φορτίο από τα μικρά μπιμπελό που τα διακοσμούσαν μιλά για την μετατροπή τους ανεπαισθήτως σε Μουσεία. Τούτο με την έννοια της αποξένωσης από την οικειότητα της κατοικίας, με την έννοια δηλαδή της απόστασης των ενοίκων τους από τη βιωμένη εμπειρία του περιεχομένου τους.
β) Το Μουσείο ως χώρος έκθεσης αντικειμένων νεκρών
Το Μουσείο δηλαδή θεωρείται εκεί ως χώρος έκθεσης αντικειμένων «νεκρών», που έχουν απομακρυνθεί όπως είπαμε από τη βιωμένη εμπειρία. Η έκθεση γίνεται κάποιον άλλο, για την παρατήρηση και την ανασύνθεση μιας νέας, σε άλλο επίπεδο, σημαίνουσας πραγματικότητας από τον παρατηρητή.
Και για τον ποιητή το ίδιο, αυτό συμβαίνει, σκέπτομαι, διαβάζοντας την πρόσφατη ποιητική συλλογή της Μαρίας Κουλούρη, Μουσείο άδειο. Η ποίηση, ο αναστοχασμός επί των «αντικειμένων», των συμβάντων, του ένδον, προϋποθέτει μια ακινητοποίηση, μια «παρέμβαση στο πέρασμα του κόσμου» μια νέκρωση της ζωής, μια μουσειακή έκθεση, μια στάση παρατήρησης – ανασύνθεσης, όπως αυτή του παρατηρητή, του επισκέπτη ενός Μουσείου μια συμβολική αναμέτρηση με «εκθέματα» που βρίσκονται σε απόσταση – χρονική – βιωματική από αυτόν.
γ) Η γραφή, το κείμενο ως νεκρωμένος λόγος για την αιωνιότητα
Ο χώρος – διαδικασία της ποίησης, ως χώρος νέκρωσης, διατηρεί μια έντονη αναλογία με την διαδικασία – χώρο της γραφής Να θυμίσουμε τα νεκρά λουλούδια της γραφής του Walter Ong, τα ισοδύναμα του προφορικού λόγου που νεκρώνεται για να γίνει κείμενο, την απαραίτητη αποξήρανση για να γίνει δυνατόν το άνθος να διατηρηθεί.
Ομοίως η νέκρωση των πεταλούδων από τον συλλέκτη, η παρέμβαση στο πέρασμα του χρόνου, η φαινομενική υποχώρηση της ζωής, για την αιωνιότητα της μορφής του όντος, για την έκθεση και την οιωνεί παρατήρηση στα ράφια του Μουσείου.
δ) Παίρνω απόσταση για να γράψω – δημιουργία χώρου για να σταθεί ο Ποιητής
Η απόσταση λοιπόν από το άμεσο βίωμα, η μετατροπή – έστω πρόσκαιρα των υποκειμένων σε αντικείμενα με τα οποία συνομιλεί ο Ποιητής, η δημιουργία του ποιητικού χώρου ως Μουσείο άδειο, που θα κατοικηθεί από τις σκοτεινές, ανεξαργύρωτες εμμονές, τις εικόνες, τις αναμνήσεις, τους στίχους του ποιητή. Αυτός ο χώρος, η προϋπόθεση της δημιουργίας, η καταστατική νέκρωση – ισοδύναμο της γραφής, δίνει την ταυτότητα στην ποιητική της Μαρίας Κουλούρη, μετατρέπει την ποιητική σε μουσειακή δημιουργία, σε Μουσείο άδειο, έτοιμο για την ποίηση με τους στίχους «Κτερίσματα» αρχαίου τάφου:
Δεν έχει εδώ άλλη ταυτότητα
Ερείπια και ίαμβοι
Αυτά
Ταιριάζουν στο κορμί μου
Με αυτό το βλέμμα της ειλικρίνειας, της αγωνίας να εκφράσει ο ποιητής τις προθέσεις του, όλα εκτίθενται στην κατάλληλη απόσταση. Το γράμμα της Συλβί προς τον Πατέρα, η προσευχή του Ιάσωνα – Ισαάκ προ της θυσίας, οι μεταμορφώσεις του Κάφκα σε χώρο για να εκφραστεί ο Ποιητής, πένθιμα – αγγίζοντας χωρίς να μουδιάζει θέματα στα όρια της ζωής και του θανάτου – εις τόπον αναψύξεως – θλιμμένα όπως επί την καρδίαν , που αποφασίζω να ανθολογήσω ολόκληρο, όχι πως ήταν το μόνο που μου άρεσε, αλλά σαν δείγμα ποίησης ζώσας, στιλπνής σαν άγαλμα, με φωνή αντίθετη της ήττας.
ε) Ένα δείγμα ποίησης ζώσας – μια ανθο - λόγηση
Επί την καρδίαν
Τα δάχτυλα που σκάλιζαν τα αγάλματα
Κι σκόνη που δάκρυζε το βλέμμα
Η επιμονή σου να δεις τι έχει από κάτω
Τίποτα δεν έχει από κάτω
Όλα είναι στην όχθη αυτή
Στα λουλούδια που ξαπλώναμε
Στον ήλιο
Στο ποτάμι το μικρό και τη δροσιά του
Κοινά τα λόγια της θλίψης
Τίποτα πρωτότυπο στο πένθος
Σάρκες σκίζονται
Έντερα τραβιούνται
Φωνές μες στο μυαλό
Δεν έχω άλλο να πω
Δεν ξέρω πώς είσαι πια
Πού είναι τα σπίτι σου
Εκοψες τα μαλλιά σου
Πώς σε φωνάζουν τώρα
Αγάπη μου
Αντίθετο της ήττας θα σε λέω
Κι ας είναι της ποίησής μου αμοιβή
Των φωνηέντων μου το πάχος
Και των συμφώνων μου ο συριγμός
Ας είσαι εσύ της κάθε μέρας εκκρεμότητα
Ούτε και σήμερα κατάφερα τη λήθη
Πόλυ Χατζημανωλάκη
21 Ιουλίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου