Διαβάζω τώρα για την Έμιλυ Ντίκινσον τους διάφορους κήπους της, τις μεταφορές του κηπουρού και της ποίησης, του παραδείσου – του κήπου της Εδέμ – και κάπου πήρε το μάτι μου για τα άλλα τα άγρια λουλούδια του δάσους, ούτως ή άλλως και η ίδια με ένα τέτοιο ολόλευκο άνθος είχε ταυτιστεί. Έλεγε λοιπόν μια λέξη για αυτά – unsung - ανύμνητα; - τα άνθη που κανείς δεν τα προσέχει, δεν τους μιλάει, δεν τα φροντίζει, δεν τα καλλιεργεί και εκείνη την στιγμή σκέφτηκα – είναι πρόσφατες οι Παπαδιαμαντικές αναγνώσεις – τον άκλαυτο Ελπήνορα που αναφέρει ο Παπαδιαμάντης, το φάντασμα που καλεί τον Οδυσσέα να επιστρέψει, να μην εγκαταλείψει χωρίς νεκρικές τιμές τον φίλο του. Αυτό το «άκλαυτο» που αναφέρει και ο Προγκίδης για το μυρολόγι της φώκιας, Που η φύση μοιρολογεί την Ακριβούλα, που δεν την αφήνει «άκλαυτη». Αυτό το” unsung” της Έμιλυ ήχησε στα αυτιά μου σαν το αντίστροφο. Την οφειλή του ανθρώπου προς τη φύση. Έτσι λοιπόν, βλέποντας αυτό το όμορφο ρόδο στην είσοδο του σπιτιού αυτό σκέφτηκα. Πόσο όμορφο, διασχίζει την ομορφιά μέχρι το τέλος. Έχω δει κι άλλα, εξ ίσου όμορφα να μαραίνονται στους κήπους, αυτό όμως είναι εδώ στο σπίτι μου μπροστά, unsung αν δεν το προσέξω, αν δεν τον θαυμάσω εγώ προσωπικά. Έτσι αισθάνθηκα μέσα στην καρδιά μου μια θέρμη, σαν να μου χαμογέλασε η Έμιλυ Ν. μέσα από την ασπρόμαυρη φωτογραφία της των δεκαέξι χρόνων…
Aναρτήθηκε στο facebook στις 6 Μαΐου 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου