Ολοκλήρωσα αυτές
τις μέρες το «Εκ του φυσικού», το πρώτο
λογοτεχνικό έργο του G. W. Sebald.
Ένα ποίημα – δοκίμιο σε ελεύθερο στίχο, το πρώτο του αυθεντικά λογοτεχνικά έργο
που γράφτηκε το 1988 πριν από όλα τα υπόλοιπα και που περιέχει συσπειρωμένα,
συμπυκνωμένα όλα τα στοιχεία που έρχονται και επανέρχονται στο έργο του. Το διάβασα
τελευταίο, όχι γιατί ακολούθησα τη συμβουλή ανάγνωσης κάποιου ειδικού, αλλά γιατί εκ των πραγμάτων δεν μπορούσα να
κάνω αλλιώς. Ήταν αδιαπέραστο στην αρχή και μετά τις πρώτες σελίδες το είχα αφήσει, ελπίζοντας
σε μια μεταγενέστερη συνάντηση αλλά αμφιβάλλοντας κι όλας, μια και και το
πλήθος των γερμανικών ονομάτων και τοπωνυμίων με τα οποία δεν είχα καμία
σύνδεση με απομάκρυνε και με παραξένευε. Τότε είχα διαβάσει μόνο τους
δακτυλίους του Κρόνου. Με πάθος είχα αγοράσει ό, τι άλλο κυκλοφορούσε
μεταφρασμένο στα ελληνικά, είχα ήδη αρχίσει να διαβάζω στο διαδίκτυο κείμενα
και άλλων αναγνωστών παθιασμένων με το Sebald που επαναλάμβαναν τις διαδρομές, έφτιαχναν
διαδραστικούς χάρτες, επαλήθευαν τις φωτογραφίες και είχα σιγά σιγά κι εγώαρχίσει τις δικές μου περιδιαβάσεις – με την «αναγνώριση» των βυθισμένωνεκκλησιών στο έργο της Ελίζαμπεθ Κούτσι, που είχε ανεβάσει ο Μιχάλης Βιρβιδάκηςστα Χανιά και για το οποίο έγραψα ένα κείμενο στα Ημερολόγια αναγνώσεων στηνΑυγή (1), αλλά και στο Οδοιπορικό στη Σκιάθο του Παπαδιαμάντη (2)… Ο ποιητής που
περπατά, το οδοιπορικό ως θεραπεία – πώς άρχιζε άλλωστε όλα του τα έργα – ότι
αποφάσισε να επισκεφτεί ένα μέρος για να ξεφύγει από μια καταθλιπτική κατάσταση
που τον βασάνιζε. Ένα μοτιβο που ερχόταν και επανερχόταν διαρκώς, σαν
λογότυπος, όπως ο Όμηρος άρχιζε τις αφηγήσεις με τη ροδοδάκτυλη Αυγή και τις
τέλειωνε με τη νύχτα που σκεπάζει τη γη, έτσι και ο Sebald, ξεκινά τα ταξίδια του και με μια δικαιολογία γιατί πήρε τη απόφαση:
«Τον Αύγουστο του 1992, όταν οι μέρες του Σείριου πλησίαζαν το τέλος τους,
ξεκίνησα να περιηγηθώ με τα πόδια την πολιτεία του Σάφφολκ της Ανατολικής
Αγγλίας, με τη ελπίδα να ξεφύγω από το κενό που με πλημμυρίζει όποτε ολοκληρώνω
μια εκτενή εργασία…»
Μπορεί να βρει
κανείς πλήθος τέτοιες αρχές ταξιδιού, με τη μόνιμη επανάληψη μιας θλίψης, που
εδώ ονομάζεται η αιτία της, αυτό δεν συμβαίνει όμως πάντοτε…
Έτσι λοιπόν,
έχοντας ολοκληρώσει πια την περιδιάβαση, μια και δυο φορές στο ψυχικό τοπίο των
βιβλίων και καθόλου ανυποψίαστη πια για την ψυχική ανταλλαγή που επιτελείται
όταν Sebald βαδίζει στα
αχνάρια του Σταντάλ, του Κάφκα, του Ναμπόκοφ και όλων των αφηγητών του που του
λένε και αυτός γράφει, γράφει γραφει διαρκώς μια παράξενη αυτοβιογραφία, γράφει και
τη δημιουργεί, την συγκροτεί επί της ουσίας γράφοντας και ερευνώντας,
ξαναπλησίασα το πρώτο του ποίημα…
Αυτό συνέβη
λοιπόν χτες το βράδυ λοιπόν μέχρι τα
ξημερώματα όπου διάβασα δεν θα το έλεγα
απνευστί αλλά με πολλές διακοπές και έχοντας ανοίξει άπειρα
παράθυρα στον υπολογιστή – μπλογκς, ταξιδιωτικά ημερολόγια, άρθρα στη
γουικιπήντια, βιογραφίες, εργασίες στην Ιστορία της Τέχνης, πηγαίνοντας από το
ένα στο άλλο μια πανδαισία – ένας κυκεώνας από εικόνες, σύμβολα και αναφορές.
Τα ονόματα και τα τοπωνύμια έγιναν πια οικεία.
Τα ονόματα και τα τοπωνύμια έγιναν πια οικεία.
Ο ζωγράφος Ματίας Γκρύνεβαλντ με την μυστηριώδη βιογραφία, τον άτυχο γάμο με την βαπτισμένη Εβραιοπούλα – Άννα, τον μυστηριώδη φίλο – σύντροφο που του άρεσαν τα πολύχρωμα ρούχα και που τη μορφή του αποτύπωσε μαζί με τη δική του στη μορφή του Αγίου Σεβαστιανού, η Παναγία του χιονιού και το θαύμα στο λόφο του Εσκυλίνου στη Ρώμη, ο Άγιος Γεώργιος με τα θηλυκά χαρακτηρίστικά που βγαίνει από το κάδρο – μου θύμισε το σχολιασμό των χαρακτηριστικών του Αγίου Γεωργίου στη τοιχογραφία του Πιζανέλο στην Αγία Αναστασία της Βερόνα, τόσοι Άγιοι παρόντες σαν τους αφηγητές και τις ιστορίες τους στα μετέπειτα έργα που θα γράψει…
Τις εικόνες από
τρίπτυχο του Ίζενχάιμ δεν είναι δύσκολο να τις δεις. Πριν από μένα τόσοι και
τόσοι αναγνώστες έχουν ψάξει…
Για τον άλλο, τον Γκέοργκ Βίλλεμ Στέλλερ, τον εξερευνητή της Αλάσκα δεν είδα πολλά να γράφονται από τους φίλους του Ζέμπαλντ. Ωστόσο οι περιπέτειες του Λουθηρανού γιατρού που ταξίδεψε μέχρι την Πετρούπολη για να συνδέσει την τύχη του με την αποστολή του Βίτους Μπέριγκ δεν φαίνεται να έχει πολλούς θαυμαστές. Μπορεί όμως ο αναγνώστης να επαληθεύσει το ταξίδι από τα ημερόλόγια του Στέλλερ, που αναδημοσιεύει το National Geographic…
Για τον άλλο, τον Γκέοργκ Βίλλεμ Στέλλερ, τον εξερευνητή της Αλάσκα δεν είδα πολλά να γράφονται από τους φίλους του Ζέμπαλντ. Ωστόσο οι περιπέτειες του Λουθηρανού γιατρού που ταξίδεψε μέχρι την Πετρούπολη για να συνδέσει την τύχη του με την αποστολή του Βίτους Μπέριγκ δεν φαίνεται να έχει πολλούς θαυμαστές. Μπορεί όμως ο αναγνώστης να επαληθεύσει το ταξίδι από τα ημερόλόγια του Στέλλερ, που αναδημοσιεύει το National Geographic…
Δεν είναι χωρίς
νόημα το ότι τα αρχικά του ονόματός του συμπίπτουν με τα αρχικά του Sebald, δεν είναι χωρίς νόημα ότι είναι γιατρός
και φυσιοδίφης και η μελέτη της φύσης ενδιαφέρει ιδιαιτέρως τον Sebald, δηλώνει μεγάλη συμπάθεια στις ιδέες του
Βρετανού βιολόγου Rupert Sheldrake, του εισηγητή της ιδέας των μορφικών
πεδίων. Ετσι εξηγείται η εμμονή του Sebald να επισκέπτεται τόπους και να επιβεβαιώνει τα ίχνη του
παρελθόντος παρόντα, χαραγμένα στις νευρώσεις των φύλλων, στα απολιθώματα, στις
πτυχώσεις του τοπίου…
Η αυτοπροσωπογραφία ολοκληρώνεται με την τελευταία εικόνα στο τρίπτυχο ποίημα, αυτήν με την προσωπική ιστορία του συγγραφέα, την ιστορία της σύλληψής του, εννιά μήνες πριν τη γέννησή του, όπου σε μια φωτογραφία στις 26 Αυγούστου του 1943 στη Δρέσδη, εννιά μήνες πριν γεννηθει ο συγγραφέας, ο πατέρας του, αξιωματικός του Χιτλερικού στρατού αποχαιρετά τη μητέρα του πριν φύγει για το μέτωπο.
Η ιστορία της ζωής του, το βαυαρικό χωριό Άλγκοϋ, ο γενέθλιος τόπος, η αυτοεξορία του, σκηνές από τη ζωή του στο Μάντσεστερ που θα ξαναβρούμε στους Ξεριζωμένους, στην τέταρτη ιστορία με το ζωγράφο Μαξ Φέρμπερ μια περσόνα που περιέχει τον πρώτο του σπιτονοικοκύρη που μετανάστευσε κι αυτός χρόνια πριν από τη Γερμανία, εικόνες ανθρώπων που θα αφηγηθούν ιστορίες και μέσα στους πολλούς θα αναγνωρίσει τον εαυτό του τον ανθρώπινο πόνο και ο ίδιος.
Αναρωτιόμουν πριν λίγον καιρό στη Σκιάθο, κάτω από το μνημείο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στο Μπούρτζι και παρατηρώντας μια οικογένεια Δανών να προσπαθούν να καταλάβουν ποιος είναι, αν έχουν όλα αυτά νόημα. Πόσο επικοινωνήσιμο είναι αυτό, πόσο «μεταφράζεται» η συγκρότηση ενός συγγραφέα που φέρει – όσο ξεριζωμένος και ξένος και να είναι – τα ιδιόμορφα εθνικά χαρακτηριστικά του έστω και για να τα απορρίπτει επειδή τον στοιχειώνουν και δεν τα ανέχεται.
Πόσο αφορά τον έλληνα αναγνώστη αυτό το προσωπικό ταξίδι, το περισκοπικό ταξίδι του Sebald στη εθνική του ιδιαιτερότητα, στη ιστορία της χώρας του, την ιστορία των Εβραίων και του Ολοκαυτώματος μια ιστορία καταστροφής, όπως και οι βομβαρδισμοί της Γερμανίας από τους συμμάχους που ισοπέδωσαν πόλεις – μια συλλογική τιμωρία επί δικαίων και αδίκων – πόσο αφορά τον Έλληνα αναγνώστη ο Άλλος, ο Ξένος που ταξιδεύει από την Αγγλία στο Μόναχο για να δει τον πίνακα του Αλντόρφερ με τη μάχη του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ισσό, ο φόβος της Ανατολής όπως τον προσέλαβαν οι πρόγονοί του, προβάλοντας στον Μακεδόνα βασιλέα την ενσάρκωση του δυτικού κόσμου απέναντι στον εχθρό – που άλλη μια φορά έρχεται, άλλη μια φορά από την Ασία, από την απέναντι Αφρική σε μικρά χρωματιστά αντίσκηνα κατασκηνώνει…
Πόλυ Χατζημανωλάκη
Αύγουστος 2015
(2) Εκκλησιές που γλιστράνε, πέφτουν στη θάλασσα, Οδοιπορικό στη Σκιάθο του Παπαδιαμάντη, στο οδοιπορικό μου ιστολόγιο flareries, δημοσιευμένο επίσης στο περιοδικό Οροπέδιο, τεύχος 14, Δεκέμβριος 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου