Αγαπητέ κύριε Κουσαθανά,
Ολοκλήρωσα την ανάγνωση του βιβλίου σας προχτές και άρχισα πάλι ένα δεύτερο γύρο. Σαν
να δημιουργήθηκε ένας κόσμος, η Μύκονος της νεότητός σας, ένας μη τόπος – αφού στην πραγματικότητα δεν είναι
μόνο ο τόπος που έχει αλλάξει, είναι και το πέρασμα του χρόνου που μεταβάλλει
το τοπίο και έτσι εσείς γράφετε ότι περπατάτε υπνοβατώντας ανάμεσα σε φίλους
που έφυγαν, αντικείμενα που οι άλλοι δεν βλέπουν, συνομιλώντας με τα φιλικά
καλόβολα φαντάσματα του παρελθόντος.
Αυτός ο μη τόπος – μου είναι γνωστός από το βάθος βάθος της καρδιάς μου γιατί έτσι νιώθω τώρα που επιστρέφω στο νησί που έχω μεγαλώσει, τη Ρόδο και δεν βρίσκω πια το σπίτι μου, έχουν αλλάξει οι δρόμοι, τα πάντα. Κάτι μένει ωστόσο και αυτό επιχειρείτε να ανασυστήσετε εσείς για τη Μύκονο, μια αλλιώτικη γεωγραφία που να προσαρμόζεται στη δική σας βιογραφία, στα διαβάσματα, σε ανθολογήσεις, σε μουσικές και σε μια εκπληκτική σπουδή του τοπίου.
Άρχισα το δεύτερο γύρο (της ανάγνωσης) γιατί με τη
μία μόνο που αχνοφαίνονται για τον ξένο τα μονοπάτια. Θέλω να το οικειωθώ το
νησί σας, αυτό το νησί των θησαυρών το Αλλού, αυτό δεν μπορείτε να το
αποφύγετε, να δίνετε χώρο στους αναγνώστες να κάνουν προβολές, να γεμίζουν τα
κενά με τις φράσεις που λείπουν, να
γράφουν το δικό τους εσωτερικό κείμενο. Έτσι λοιπόν, αρχίζει το νησί αυτό το
χάρτινο να παίρνει υπόσταση με την ανάγνωση. Ανοίγω παράλληλα και το βιβλίο της
Μέλπως (μας), «Το σπίτι μου», ανοίγω και το χάρτη, το google map, τι μάταιος κόπος, καταλαβαίνω πως
νιώθετε. Πρέπει να μάθω πώς ανοίγουν τα μέσα μάτια, τα μάτια της ψυχής και να
τοποθετώ εκεί το μισοφέγγαρο του λιμανιού, τα δημόσια ουρητήρια που τα έβρεχε
το κύμα , τους καφενέδες και απέναντι. Με πιάνει μια σύγχυση και λέω τότε ευτυχώς
υπάρχει το βιβλίο σας με το οποίο θα μάθω να «περπατώ» σε άλλα οδοιπορικά.
Είχα σκοπό να πάω την περασμένη Πέμπτη, στην Πινακοθήκη Χατζηκυριάκου – Γκίκα, συνήθιζα να το κάνω αυτό και έχω δει τη φωτογραφική μηχανή της Νέλλυς, το περίστροφο με το οποίο αυτοκτόνησε ο Καρυωτάκης, τις πρώτες εκδόσεις της Μέλπως- και πιστεύω πρέπει να έχει πάρει το μάτι μου το χαρακτικό του Κεφαλληνού, αλλά δεν το θυμάμαι και ήθελα να το εξακριβώσω κι εγώ όπως το γράφετε – και το περιγράφετε – «τα κοχυλάκια του αέρα» στην επιφάνεια της θάλασσας, τι όμορφος τρόπος για να περιγραφεί αυτό το
ανατρίχιασμα… Τις Πέμπτες, χάρη σε μια χορηγία του ιδρύματος Νιάρχου ήταν δωρεάν η είσοδος. Ήξερα ότι αυτό έχει πια καταργηθεί ήθελα να διατηρήσω τη συνήθεια της Πέμπτης. Ωστόσο, διαπίστωσα ότι η πολυόροφη Πινακοθήκη είναι δυο μέρες μόνο την εβδομάδα ανοιχτή. Στενότης οικονομική για τα λιγοστά μας κληροδοτήματα, τι πίκρα είναι αυτή για μια έκθεση τόσο πολύτιμη, τόσο άρτια – ένα μαυσωλείο χειρογράφων, αντικειμένων, πρώτων εκδόσεων – η λογοτεχνία μας και όχι μόνο. Θα πάω ωστόσο έστω και Σάββατο για να την ψάξω την ξυλογραφία του Κεφαλληνού με τα δυο δίδυμα εκκλησάκια και την Αγιά Σωτήρα, ένα τοπίο Παραδείσου χαμένου που εσείς φωτογραφήσατε αλλά και μελετήσατε.
Θα συνεχίσω τη δεύτερη ανάγνωση, να σταθεροποιηθεί το έδαφος που θα πατώ με τις ιστορίες, τις αναμνήσεις, τους μύθους, την επαναμάγευση και του δικού μου κόσμου.
Και μια μικρή εξομολόγηση
Σήμερα το πρωί έπρεπε, για τις ανάγκες μιας ιατρικής εξέτασης, να μου χορηγηθεί αναισθησία. Μετά την προετοιμασία μου είπε η γιατρός, να φέρω μια εικόνα, στο νου μου, ένα τοπίο που μου αρέσει και τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει εκείνη. Εκείνο το τοπίο , τη Μύκονο του χαράκτη Κεφαλληνού έφερα στο νου μου, ολόκληρο, παρά το ότι δεν μπορούσα να δω τη μελιά που θυμάστε εσείς στο προαύλιο της εκκλησίας,. Τα είδα όλα τα άλλα, τις παραγκαιριές ψηλά, τα δυο εκκλησάκια και τη θάλασσα στο βάθος, εκεί χάθηκα στο ανατρίχιασμα του αέρα και μάλλον εκεί πρέπει να ήμουν όλη την ώρα γιατί από εκεί μετά από ώρα επανήλθα.
Στέλνω την αγάπη μου, την εκτίμηση και τον σεβασμό μου
Πόλυ Χατζημανωλάκη
Σήμερα το πρωί έπρεπε, για τις ανάγκες μιας ιατρικής εξέτασης, να μου χορηγηθεί αναισθησία. Μετά την προετοιμασία μου είπε η γιατρός, να φέρω μια εικόνα, στο νου μου, ένα τοπίο που μου αρέσει και τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει εκείνη. Εκείνο το τοπίο , τη Μύκονο του χαράκτη Κεφαλληνού έφερα στο νου μου, ολόκληρο, παρά το ότι δεν μπορούσα να δω τη μελιά που θυμάστε εσείς στο προαύλιο της εκκλησίας,. Τα είδα όλα τα άλλα, τις παραγκαιριές ψηλά, τα δυο εκκλησάκια και τη θάλασσα στο βάθος, εκεί χάθηκα στο ανατρίχιασμα του αέρα και μάλλον εκεί πρέπει να ήμουν όλη την ώρα γιατί από εκεί μετά από ώρα επανήλθα.
Στέλνω την αγάπη μου, την εκτίμηση και τον σεβασμό μου
Πόλυ Χατζημανωλάκη
Πολύδροσο 1. 2. 2017
2 σχόλια:
Άγαπητή Πόλυ, ταξίδεψα κι εγώ με όχημα το σχόλιό σου στον κ. Κουσαθανά.... Να είσαι καλά να μοιράζεσαι τις έσω εικόνες σου...!
@Ξανθίππη Λευθεριώτου
Καλή μου Ξανθίππη. Ευχαριστώ πολύ που πέρασες από δω. Και για τα καλά σου λόγια επίσης.
Δημοσίευση σχολίου